Δημοσιεύσεις

Σε Cited Περιοδικά

  1. Vaccine third dose and cancer patients: necessity or luxury?

    Pappas G, Saloustros E, Boutis A, Tsoukalas N, Nikolaou M, Christopoulou A, Agelaki S, Boukovinas I, Ardavanis A, Saridaki Z.

    ESMO Open. 2021 Dec;6(6):100306. doi: 10.1016/j.esmoop.2021.100306. Epub 2021 Nov 10.
    PMID: 34773904

  2. Association of the advanced lung cancer inflammation index (ALI) with immune checkpoint inhibitor efficacy in patients with advanced non-small-cell lung cancer

    Mountzios G, Samantas E, Senghas K, Zervas E, Krisam J, Samitas K, Bozorgmehr F, Kuon J, Agelaki S, Baka S, Athanasiadis I, Gaissmaier L, Elshiaty M, Daniello L, Christopoulou A, Pentheroudakis G, Lianos E, Linardou H, Kriegsmann K, Kosmidis P, El Shafie R, Kriegsmann M, Psyrri A, Andreadis C, Fountzilas E, Heussel CP, Herth FJ, Winter H, Emmanouilides C, Oikonomopoulos G, Meister M, Muley T, Bischoff H, Saridaki Z, Razis E, Perdikouri EI, Stenzinger A, Boukovinas I, Reck M, Syrigos K, Thomas M, Christopoulos P.

    ESMO Open. 2021 Oct;6(5):100254. doi: 10.1016/j.esmoop.2021.100254. Epub 2021 Sep 1.
    PMID: 34481329

  3. Responses to SARS-CoV-2 Vaccination in Patients with Cancer (ReCOVer Study): A Prospective Cohort Study of the Hellenic Cooperative Oncology Group

    Linardou H, Spanakis N, Koliou GA, Christopoulou A, Karageorgopoulou S, Alevra N, Vagionas A, Tsoukalas N, Sgourou S, Fountzilas E, Sgouros J, Razis E, Chatzokou D, Lampaki S, Res E, Saridaki Z, Mountzios G, Saroglou G, Fountzilas G.

    Cancers (Basel). 2021 Sep 15;13(18):4621. doi: 10.3390/cancers13184621.
    PMID: 34572848

  4. Clinical Significance of Germline Cancer Predisposing Variants in Unselected Patients with Pancreatic Adenocarcinoma

    Fountzilas E, Eliades A, Koliou GA, Achilleos A, Loizides C, Tsangaras K, Pectasides D, Sgouros J, Papakostas P, Rallis G, Psyrri A, Papadimitriou C, Oikonomopoulos G, Ferentinos K, Koumarianou A, Zarkavelis G, Dervenis C, Aravantinos G, Bafaloukos D, Kosmidis P, Papaxoinis G, Theochari M, Varthalitis I, Kentepozidis N, Rigakos G, Saridaki Z, Nikolaidi A, Christopoulou A, Fostira F, Samantas E, Kypri E, Ioannides M, Koumbaris G, Fountzilas G, Patsalis PC.

    Cancers (Basel). 2021 Jan 8;13(2):198. doi: 10.3390/cancers13020198.
    PMID: 33429865

  5. Real-world clinical outcome and toxicity data and economic aspects in patients with advanced breast cancer treated with cyclin-dependent kinase 4/6 (CDK4/6) inhibitors combined with endocrine therapy: the experience of the Hellenic Cooperative Oncology Group

    Fountzilas E, Koliou GA, Vozikis A, Rapti V, Nikolakopoulos A, Boutis A, Christopoulou A, Kontogiorgos I, Karageorgopoulou S, Lalla E, Tryfonopoulos D, Boukovinas I, Rapti C, Nikolaidi A, Karteri S, Moirogiorgou E, Binas I, Mauri D, Aravantinos G, Zagouri F, Saridaki Z, Psyrri A, Bafaloukos D, Koumarianou A, Res E, Linardou H, Mountzios G, Razis E, Fountzilas G, Koumakis G.

    ESMO Open. 2020 Aug;5(4):e000774. doi: 10.1136/esmoopen-2020-000774.
    PMID: 32817060

  6. PKM2 Expression as Biomarker for Resistance to Oxaliplatin-Based Chemotherapy in Colorectal Cancer

    Sfakianaki M, Papadaki C, Tzardi M, Trypaki M, Manolakou S, Messaritakis I, Saridaki Z, Athanasakis E, Mavroudis D, Tsiaoussis J, Gouvas N, Souglakos J.

    Cancers (Basel). 2020 Jul 25;12(8):2058. doi: 10.3390/cancers12082058.
    PMID: 32722474

  7. Association of Notch and Hedgehog Pathway Activation With Prognosis in Early-stage Colorectal Cancer

    Rallis G, Koletsa T, Saridaki Z, Manousou K, Koliou GA, Kostopoulos I, Kotoula V, Makatsoris T, Kourea HP, Raptou G, Chrisafi S, Samantas E, Papaparaskeva K, Pazarli E, Papakostas P, Kafiri G, Mauri D, Papoudou-Bai A, Christodoulou C, Petraki K, Dombros N, Pectasides D, Fountzilas G.

    Anticancer Res. 2019 Apr;39(4):2129-2138. doi: 10.21873/anticanres.13326.
    PMID: 30952759

  8. Colchicum genus in the writings of ancient Greek and Byzantine physicians

    Tsoucalas G, Papaioannou T, Panayiotakopoulos G, Saridaki Z, Vrachatis DA, Karamanou M

    Curr Pharm Des. 2018 Jan 14

    Τα φυτά της οικογένειας Colchicum ήταν γνωστά από την αρχαική περίοδο στην Ελλάδα για τις επιβλαβής τους ιδιότητες. Αργότερα χρησιμοποιήθηκαν και για την θεραπεία της ποδάγρας. Η θεραπεία αυτή ξεκίνησε από τους ιατρούς της αρχαιότητας, πέρασε στους ιατρούς του Βυζαντίου και στους Άραβες και παραμένει μέχρι και τις μέρες μας. Το πρώτο φυτό πιθανότατα ονομαζόταν ¨Μήδεια¨, όπως η διάσημη μάγισσα της Κολχίδας στην αρχαιότητα. Επειδή ανθίζει το φθινόπωρο, το φυτό αυτό ονομάστηκε Colchicum autumnale. Το άρθρο αυτό περιγράφει τα ανωτέρω, ενώ συγχρόνως παρουσιάζει τις πιό κυρίαρχες ιδιότητές τους στη ιατρική βοτανολογία και τοξικολογία.

  9. Predictive value of ATP7b, BRCA1, BRCA2, PARP1, UIMC1 (RAP80), HOXA9, DAXX, TXN (TRX1), THBS1 (TSP1) and PRR13 (TXR1) genes in patients with epithelial ovarian cancer who received platinum-taxane first-line therapy

    Pontikakis S, Papadaki C, Tzardi M, Trypaki M, Sfakianaki M, Koinis F, Lagoudaki E, Giannikaki L, Kalykaki A, Kontopodis E, Saridaki Z, Malamos N, Georgoulias V, Souglakos J

    Pharmacogenomics J. 2017 Dec;17(6):506-514

    Ο στόχος της εργασίας αυτής ήταν να εκτιμηθεί η προβλεπτική αξία μιας σειράς γονιδίων τα οποία ενέχονται στην αντοχή στην θεραπεία σε πλατινούχα και ταξάνες στις ασθενείς με επιθηλιακό καρκίνο ωοθηκών (ΕΚΟ). Πραγματοποιήθηκε microdissection σε formalin-fixed δείγματα πρωτοπαθών όγκων από 187 ασθενείς με ΕΚΟ και κατόπιν ανάλυση (90 και 97 δείγματα από ζεύγη ασθενών στο experimental και στο validation set, αντίστοιχα). Όλα τα δείγματα αναλύθηκαν για ATP7b, BRCA1, BRCA2, PARP1, UIMC1(RAP80), HOXA9, DAXX, TXN (TRX1), THBS1 (TSP1) και PRR13 (TXR1) mRNA expression  μέσω quantitative real-time PCR. Οι περισσότερες ασθενείς (172 από τις 187) είχαν λάβει πρώτης γραμμής χημειοθεραπεία με καρμποπλατίνα-πακλιταξέλη. Τα επίπεδα έκφρασης συσχετίστηκαν με την ολική επιβίωση (overall survival, OS) και την επιβίωση χωρίς πρόοδο νόσου (progression-free survival, PFS) σε πολυπαραγοντική ανάλυση. Ασθενείς με υψηλή έκφραση TXN και THBS1 είχαν μεγαλύτερο PFS (P=0.001 και P<0.001, αντίστοιχα) και OS (P=0.024 και P<0.001, αντίστοιχα). Υψηλή έκφραση TXR1 συσχετίστηκε με μειωμένα PFS (P<0.001) και OS (P<0.001). Στην πολυπαραγοντική ανάλυση, ο συνδυασμός υψηλής PRR13/χαμηλής THBS1 έκφρασης αναδείχθηκε ως ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας για μειωμένη PFS (hazards ratio: 1.94; 95% confidence interval (CI): 1.48-2.92; P=0.008) και μειωμένη OS (hazard ratio: 3.89; 95% CI: 2.16-6.87; P<0.001), ενώ η χαμηλή έκφραση TXN συσχετίστηκε με μειωμένο PFS (hazard ratio: 1.44; 95% CI: 1.05-2.84; P=0.043) και OS (hazard ratio: 2.38; 95% CI: 1.78-2.77; P=0.009). Τα ευρήματα αυτά καταδεικνύουν ότι η έκφραση PRR13/THBS1 και η έκφραση TXN θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πρόβλεψη της αντίστασης στις θεραπευτικές προσεγγίσεις στις γυναίκες με ΕΚΟ και άρα χρήζουν περαιτέρω εκτίμησης σε μελέτες.

  10. Reduced Expression of SMAD4 Is Associated with Poor Survival in Colon Cancer

    Yan P, Klingbiel D, Saridaki Z, Ceppa P, Curto M, McKee TA, Roth A, Tejpar S, Delorenzi M, Bosman FT, Fiocca R

    Clin Cancer Res. 2016 Jun 15;22(12):3037-47

    Η απώλεια SMAD4 σχετίζεται με την ανάπτυξη μεταστάσεων και με φτωχή πρόγνωση στον ΚΠΕ. Στην παρούσα δημοσίευση, μελετήσαμε την έκφραση της πρωτείνης SMAD4 και της συσχέτισής της με τα χαρακτηριστικά του όγκου, με βιοδείκτες, αλλά και με την επιβίωση χωρίς υποτροπή (relapse-free survival, RFS) και την ολική επιβίωση (overall survival, OS) ττων ασθενών. Σε 1,564 δείγματα ΚΠΕ σταδίων II/III από την μελέτη PETACC-3, εκτιμήσαμε την έκφραση της πρωτείνης SMAD4 ανοσοιστοχημικά. Η SMAD4 πρωτεινική έκφραση εκτιμήθηκε επίσης με την mRNA έκφραση σε array data. Η SMAD4 πρωτεινική έκφραση εκτιμήθηκε επίσης σε 34 δείγματα από αδενώματα παχέος εντέρου και σε 10 ζευγάρια δειγμάτων πρωτοπαθούς όγκου ΚΠΕ και των αντίστοιχων ηπατικών μεταστάσεων. Η απώλεια της έκφρασης της πρωτείνης SMAD4 χαρακτηρίστηκε σαν εντοπισμένη ή διάχυτη, Περιπτώσεις χωρίς απώλεια SMAD4 διαχωρίστηκαν σε εκείνες με ισχυρή και σε εκείνες με ασθενή έκφραση. Πληροφορία σχετικά με την πρωτεινική έκφραση SMAD4 μπορέσαμε να πάρουμε σε 1,381/1,564 περιπτώσεις. Απώλεια SMAD4 εντοπίστηκε σε 293/1,381 (21%) περιπτώσεις. Από τις 1,088 περιπτώσεις χωρίς απώλεια SMAD4 (79%), 530 είχαν ασθενή και 558 ισχυρή έκφραση. Απώλεια SMAD4  εντοπίστηκε και σε αδενώματα παχέος νετέρου αλλά όχι σε μεγάλη έκταση. Οι ηπατικές μεταστάσεις έιχαν ως επί το πλείστον το πάτερν που είχαν οι πρωτοπαθείας όγκοι από τους οποίους προήρθαν. Η απώλεια SMAD4, αυμπεριλαμβανομένης της ασθενούς έκφραση, χαρακτήριζε ασθενείς με φτωχή επιβίωση στα στάδια ΙΙ και ΙΙΙ ΚΠΕ ανεξαρτήτως θεραπείας. Η απώλεια SMAD4 ήταν λιγότερο συχνή σε MSI-H όγκους και περισσότερο συχνή σε όγκους με απώλεια ετεροζυγωτίας 18q. Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η κλωνική απώλεια της έκφρασης SMAD4 σε αδενώματα, καρκινώματα ΠΕ και ηπατικές μεταστάσεις από ΚΠΕ αυξάνεται με την πρόοδο της νόσου. Η απώλεια της έκφρασης της πρωτείνης SMAD4, και σε μικρότερο βαθμό η ασθενής έκφραση, σχετίζεται ισχυρά με φτωχή επιβίωση, ανεξαρτήτως σταδίου.

  11. KRAS, NRAS, BRAF mutation comparison of endoscopic and surgically removed primary CRC paired samples: is endoscopy biopsy material adequate for molecular evaluation?

    Saridaki Z, Saegart X, De Vriendt V, Hatzidaki D, Palmans S, De Smedt L, De Hertogh G, Tejpar S

    Br J Cancer. 2015 Sep 15;113(6):914-20

    Ένα από τα καθημερινά κλινικά διλήμματα που αφορά στο 20-30% των ασθενών με μΚΠΕ οι οποίοι δεν έχουν χειρουργηθεί στην πρωτοπαθή εστία, είναι το αν η ενδοσκοπική βιοψία, με τα ιστοπαθολογοανατομικά και μοριακά χαρακτηριστικά που έχει, μπορεί να θεωρηθεί ικανή και αρκετή, ώστε να αντιπροσωπεύει ορθά το RAS/BRAF molecular status της νόσου ώστε να μπορεί να οδηγήσει τις θεραπευτικές αποφάσεις. Για τον λόγο αυτό, στην παρούσα μελέτη, αναλύσαμε μια διαδοχική σειρά 193 ζευγαριών δειγμάτων όγκων από ενδοσκοπικές βιοψίες και από χειρουργικά παρασκευάσματα ασθενών με μΚΠΕ μεταξύ του Αυγούστου 2008 και 2010 από το αρχειακό υλικό του Department of Pathology, University Hospitals, KU Leuven. Για να προχωρήσουμε σε ανάλυση μιας ενδοσκοπικής βιοψίας, έπρεπε αυτή να εμπεριέχει 20% διηθητικών αδενικών καρκινικών κυττάρων και αρκετά slides ώστε να μπορούσε να προκύψει μια συγκέντρωση extracted DNA ⩾5 ng μl(-1), και όχι <2 ng μl(-1). Εκτιμήθηκαν μοριακά τα Exons 2-4 KRAS/NRAS, BRAF, PIK3CA με RT-PCR και Sequenom. Από τα 165 ζεύγη που κρίθηκαν κατάλληλα από τον παθολογοανατόμο, τα 85 (51.5%) έφεραν τις ίδιες μεταλλάξεις σε τουλάχιστον ένα από τα εξετασθέντα γονίδια, 70 (42.5%) ήταν wt και 10 (6%) δεν είχαν ταυτοσημία, φέροντας μετάλλαξη στον πρωτοπαθή χειρουργημένο όγκο και όχι στο δείγμα της ενδοσκοπικής βιοψίας. Στην επαναξιολόγηση των ζευγαριών αυτών, κόπηκαν περισσότερα slides, και το μοριακό status τροποποιήθηκε σε 2 από τα 6 διαφορετικά KRAS-mutated ζευγάρια. Υπήρξε ισχυρό strength of agreement for both runs (Cohen’s kappa, k=0.877, P<0.001 and k=0.901, P<0.001, respectively) ανάμεσα στα δείγματα που είχαν προκύψει από το χειρουργείο και από αυτά που είχαν προκύψει από την ενδοσκοπική βιοψία. Με βάση τα αποτελέσματά μας, μια ενδοσκοπική βιοψία μπορεί να αποδώσει με ακρίβεια το μοριακό προφίλ της νόσου και να αποτελέσει μια ικανοποιητική εναλλακτική του χειρουργικού παρασκευάσματος, με την προυπόθεση ότι τηρούνται συγκεκριμένα παθολογοανατομικά κριτήρια

  12. Avenzoar’s (1091-1162) clinical description of cancer

    Karamanou M, Tsoucalas G, Saridaki Z, Iavazzo C, Androutsos G

    J BUON. 2015 Jul-Aug;20(4):1171-4

    Τον 11ο και 12ο αιώνα, η Κόρδοβα υπήρξε η πρωτεύουσα των ιατρών και των φιλοσόφων. Εκείνη την χρονική περίοδο, έζησε και έδρασε ο διάσημος ιατρός Ibn Zuhr or Avenzoar. Στο μνημειώδες έργο του Al Taysir, ο Avenzoar έδωσε την πρώτη περιγραφή ενός πολυποειδούς όγκου του παχέος εντέρου, όπως επίσης και ενός καρκίνου του ουροποιητικού και ενός βασικοκυτταρικού καρκινώματος. Το έργο του παρέμεινε σημαντικό και στους επόμενους αιώνες επηρεάζοντας την ανάπτυξη της δυτικής ιατρικής.

  13. René-Théophile-Hyacinthe Laennec (1781-1826) and the description of metastatic pulmonary melanoma

    Karamanou M, Stratigos AJ, Saridaki Z, Tsoucalas G, Androutsos G

    J BUON. 2015 Jan-Feb;20(1):354-6

    Τον 19ο αιώνα, η σχολή κλινικής ανατομικής στο Παρίσι, συνδύασε κλινικά σημεία με ανατομικές βλάβες, θέτοντας έτσι τις βάσεις της κλινικής ιατρικής. Ένας από τους πιο λαμπρούς επιστήμονες αυτής της πρακτικής ήταν ο Γάλλος γιατρός René-Théophile-Hyacinthe Laennec, γνωστός και ως εφευρέτης του στηθοσκοπίου. Στο άρθρο αυτό, αποκαλύπτουμε την δουλειά του στις πνευμονικές μεταστάσεις από μελάνωμα.

  14. Prognosis of stage II and III colon cancer treated with adjuvant 5-fluorouracil or FOLFIRI in relation to microsatellite status: results of the PETACC-3 trial

    Klingbiel D, Saridaki Z, Roth AD, Bosman FT, Delorenzi M, Tejpar S

    Ann Oncol. 2015 Jan;26(1):126-32

    Παρόλο που είναι γνωστό, ότι οι ασθενείς με ΚΠΕ και microsatellite instability (MSI) έχουν καλύτερη πρόγνωση από τους αντίστοιχους με ΚΠΕ και microsatellite stable (MSS) όγκους, σε ό,τι αφορά στην πρόγνωση, σημασία έχουν και άλλα κλινικοπαθολογοανατομικά χαρακτηριστικά. Στην παρούσα μελέτη διερευνήσαμε πώς το MSI status επηρεάζει την πρόγνωση στον πληθυσμό των ασθενών σταδίου ΙΙ και ΙΙΙ της μελέτης που συνέκρινε τους συνδυασμούς 5-fluorouracil (5-FU)/leucovorin με FOLFIRI στα δύο σκέλη της. Δείγματα ιστού από 1254 ασθενείς εκτιμήθηκαν για την ύπαρξη MSI σε 10 χρωμοσωμιακούς τόπους και χαρακτήριστικαν ως MSI-high (MSI-H) όταν ασταθείς ήταν τουλάχιστον 3 από τους τόπους αυτούς. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις χαρακτηρίστικαν MSS. Τα καταληκτικά σημεία της μελέτης ήταν η ολική επιβίωση (overall survival, OS) και η επιβίωση χωρίς υποτροπή (relapse-free survival, RFS). Στους ασθενείς σταδίου ΙΙ, οι RFS και OS ήταν καλύτερες για τους ασθενείς με MSI-H αντί MSS ΚΠΕ [hazard ratio (HR) 0.26, 95% CI 0.10-0.65, P = 0.004 και 0.16, 95% CI 0.04-0.64, P = 0.01). Στους ασθενείς σταδίου ΙΙΙ, η RFS ήταν λίγο καλύτερη για τους ασθενείς MSI-H ΚΠΕ (HR 0.67, 95% CI 0.46-0.99, P = 0.04), αλλά η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική για την OS (HR 0.70, 95% CI 0.44-1.09, P = 0.11). Τα αποτελέσματα των MSI-H ασθενών με ΚΠΕ δεν διέφεραν ανάμεσα στα δύο θεραπευτικά σκέλη. Η RFS ήταν καλύτερη στους MSI-H έναντι των MSS ασθενών στο δεξί και αριστερό κόλον, ενώ, η OS ήταν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερη μόνο στο δεξί κόλον. Στους ασθενείς με KRAS- και BRAF-μεταλλαγμένο ΚΠΕ, οι RFS και OS ήταν στατιστικά σημαντικά καλύτερες όταν οι όγκοι ήταν επίσης MSI-H. Το interaction test ήταν στατιστικά σημαντικό για το KRAS και το MSI status (P = 0.005), αλλά όχι για το BRAF (P = 0.14). Τα αποτελέσματά μας επιβεβαιώνουν ότι για τους ασθενείς με ΚΠΕ σταδίου ΙΙ, και λιγότερο για αυτούς σταδίου ΙΙΙ, η MSI-H είναι ένας ισχυρός προγνωστικός παράγοντας RFS και OS. Στην περίπτωση της 5-FU χημειοθεραπείας, οι ασθενείς σταδίου ΙΙ με MSI-H όγκους διατηρούν το πλεονέκτημα στην επιβίωση σε σχέση με τους MSS, ενώ η ιρινοτεκάνη δεν προσέθετε κανένα όφελος. CLINICALTRIALS.GOV IDENTIFIER: NCT00026273.

  15. Cost-Effectiveness Analysis of Panitumumab+Mfolfox over Bevacizumab+Mfolfox as a First-Line Treatment for Metastatic Colorectal Cancer Patients with Wild-Type Ras in Greece

    Kourlaba G, Boukovinas I, Saridaki Z, Papagiannopoulou V, Tritaki G, Maniadakis N

    Value Health. 2014 Nov;17(7):A633

    Αυτή είναι η πρώτη και μοναδική μέχρι τώρα μελέτη στην Ελλάδα με cost-effectiveness ανάλυση των δύο συχνότερα χρησιμοποιούμενων συνδυαστικών θεραπειών στην πρώτη γραμμή του μΚΠΕ με WT RAS νόσο, του Panitumumab+Mfolfox και του Bevacizumab+Mfolfox, της οποίας τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο συνδυασμός Panitumumab+Mfolfox είναι η πιο συμφέρουσα οικονομικά και αποτελεσματικά (cost-effective) εναλλακτική λύση για τους ασθενείς αυτούς στην συγκεκριμένη γραμμή θεραπείας.

  16. A let-7 microRNA-binding site polymorphism in KRAS predicts improved outcome in patients with metastatic colorectal cancer treated with salvage cetuximab/panitumumab monotherapy

    Saridaki Z, Weidhaas JB, Lenz HJ, Laurent-Puig P, Jacobs B, De Schutter J, De Roock W, Salzman DW, Zhang W, Yang D, Pilati C, Bouché O, Piessevaux H, Tejpar S

    Clin Cancer Res. 2014 Sep 1;20(17):4499-4510

    Μια κληρονομούμενη μετάλλαξη του KRAS (η LCS6-variant ή rs61764370) έχει ως αποτέλεσμα τον διαφορετικό έλεγχο του ογκογονιδίου KRAS. Στην παρούσα δημοσίευση, μελετήσαμε την συσχέτιση του βιοδείκτη αυτού με την ανταπόκριση στα anti-EGFR μονοκλωνικά αντισώματα σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο παχέος εντέρου (μΚΠΕ). Ο LCS6-variant και η ύπαρξη μεταλλάξεων KRAS/BRAF εκτιμήθηκαν σε 512 ασθενείς με μΚΠΕ που είχαν λάβει θεραπεία διάσωσης με anti-EGFR μονοκλωνικά αντισώματα και τα ευρήματα συσχετίστηκαν με την αποτελεσματικότητα και την έκβαση στην θεραπεία. Παράλληλα έγινε και προκλινική εκτίμηση σε κυτταρικές σειρές ΚΠΕ της απάντησης του LCS6-variant allele στην θεραπευτική έκθεση. Στην μελέτη αυτή, 21.2% (109 από τους 512) των ασθενών με μΚΠΕ είχαν τον LCS6-variant (TG/GG), ο οποίος ήταν διπλάσια συχνότερος στην BRAF-μεταλλαγμένη ομάδα έναντι της wild-type (WT) ομάδας (P=0.03). Οι ασθενείς με τον LCS6-variant είχαν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερο progression-free survival (PFS) με την anti-EGFR mAb μονοθεραπεία, σε όλη την κοορτή ασθενών (16.85 vs. 7.85 weeks; P=0.019), και στους διπλά WT ασθενείς (δηλαδή σε αυτούς με WT KRAS και BRAF) (18 vs. 10.4 weeks; P=0.039). Η συνδυασμένη θεραπεία με χορήγηση anti-EGFR mAb μαζί με χημειοθεραπεία οδήγησε σε αυξημένο PFS και ολική επιβίωση (overall survival, OS) τους nonvariant ασθενείς, των οποίων τα αποτελέσματα έρχονταν με τον τρόπο αυτό στα επίπεδα των LCS6-variant ασθενών που ελάμβαναν anti-EGFR mAb μονοθεραπεία. Η συνδυασμένη θεραπεία δεν οδήγησε σε βελτίωση των PFS και OS στους LCS6-variant ασθενείς. Οι προκλινικές μελέτες στις κυτταρικές σειρές επιβεβαίωσαν την μοναδικά εξαιρετική απάντηση των LCS6-variant αλληλίων στην anti-EGFR mAb μονοθεραπεία ή στον συνδυασμό της με χημειοθεραπεία. Οι ασθενείς με μΚΠΕ και τον LCS6-variant έχουν μια εξαιρετική ανταπόκριση στην anti-EGFR mAb μονοθεραπεία, χωρίς να λαμβάνουν επιπρόσθετο όφελος από την συγχορήγηση χημειοθεραπείας. Τα αποτελέσματά μας αυτά, σε ασθενείς με μΚΠΕ ενισχύουν την σημασία της μετάλλαξης αυτής ως προβλεπτικό βιοδείκτη ανταπόκρισης στην anti-EGFR mAb μονοθεραπεία και χρήζουν περιατέρω προοπτικής αξιολόγησης.

  17. Prognostic and predictive significance of MSI in stages II/III colon cancer

    Saridaki Z, Souglakos J, Georgoulias V

    World J Gastroenterol. 2014 Jun 14;20(22):6809-14

    Στον καρκίνο του παχέος εντέρου (ΚΠΕ) η κλασσική σταδιοποίηση εξακολουθεί να είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας που καθορίζει την πρόγνωση και την θεραπεία. Ενώ η συμπληρωματική χημειοθεραπεία έχει καθιερωμένο ρόλο στο στάδιο ΙΙΙ, εντούτοις ο ρόλος της στο στάδιο ΙΙ είναι ακόμα αμφιλεγόμενος, μια και απευθύνεται βάσει οδηγιών, ουσιαστικά, σε μια μικρή υπο-ομάδα ασθενών με υψηλού κινδύνου ιστοπαθολογοανατομικά χαρακστηριστικά. Οι ασθενείς του σταδιόυ ΙΙ, είναι μια εξαιρετικά ανομοιογενής ομάδα, με 5-ετείς επιβιώσεις που κυμαίνονται μεταξύ του 87.5% (IIA) και του 58.4% (IIC). Η αναγνώριση εκείνων των ασθενών, για τους οποίους η συστηματική χημειοθεραπεία θα ήταν ενδεδειγμένη και απαραίτητη, έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα δύσκολη, και προγνωστικοί βιοδείκτες, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην επιλογή αυτών των ασθενών που έχουν την μεγαλύτερη πιθανότητα υποτροπής ή την μεγαλύτερη πιθανότητα να ωφεληθούν από την συμπληρωματική χημειοθεραπεία, χρειάζεται επειγόντως να βρεθούν. Ο πιο ισχυρός πιθανός βιοδείκτης της κατηγορίας αυτής είναι η μικροδορυφορική αστάθεια, (microsatellite instability, MSI). Στις πρόσφατες οδηγίες του ESMO προτείνεται η εκτίμηση του MSI σε όλους τους ασθενείς σταδίου ΙΙ, με στόχο την βοήθεια στην θεραπευτική απόφαση για χορήγηση ή όχι συμπληρωματικής χημειοθεραπείας. Η υποθετική προβλεπτική αξία του MSI σε σχέση με την χορήγηση συμπληρωματικής χημειοθεραπείας με βάση την φλουορουρακίλη, είναι ένα πολύ δύσκολο στην εκτίμησή του θέμα. Στη συγκεκριμένη εργασία παραθέτουμε και αναλύουμε με κριτική σκέψη την προγνωστική και την προβλεπτική αξία του MSI στους ασθενείς με στάδιο ΙΙ και ΙΙ ΚΠΕ.

  18. ERCC1 expression correlated with EGFR and clinicopathological variables in patients with non-small cell lung cancer. An immunocytochemical study on fine-needle aspiration biopsies samples.

    [Article in English, Portuguese]

    Kalogeraki A, Karvela-Kalogeraki I, Tamiolakis D, Petraki P, Saridaki Z, Tzardi M.Rev Port Pneumol. 2014 Feb 6. pii: S0873-2159(13)00165-7. doi: 10.1016/j.rppneu.2013.11.002. [Epub ahead of print]

    Η έκφραση του ERCC1 δεν έχει ακόμη καλά περιγραφεί στις fine-needle aspiration biopsies (FNABs) σε ασθενείς με μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα ΜΜΚΠ. Στην παρούσα μελέτη ερευνήσαμε την έκφραση ERCC1 σε συνδυασμό με την έκφραση EGFR, αλλά και με κλινικοπαθολογοανατομικά χαρακτηριστικά ασθενών με ΜΜΚΠ με στόχο να τεκμηριώσουμε αν σχετίζεται με την πρόγνωση της ασθένειας. Μελετήσαμε 45 ασθενείς, 34 με αδενοκαρκίνωμα και 11 με πλακώδες καρκίνωμα. Από τους 45 ασθενείς, οι 35 ήταν άνδρες και οι 10 γυναίκες, με ηλικίες μεταξύ 45 και 83 ετών, 30 καπνιστές και 15 μη καπνιστές. Δεκαοκτώ όγκοι ήταν σταδίου I, 12 σταδίου ΙΙ και 15 σταδίου ΙΙΙ. Για να μελετήσουμε την έκφραση των ERCC1 και EGFR (scores 0, 1, 2, 3), έγινε ανοσοιστοχημεία σε air dried FNABs δείγματα με τη χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων με τη μέθοδο alkaline-phosphatase (APAAP). Έκφραση ERCC1 ανιχνεύθηκε στους όγκους από 27 ασθενείς (60%) και ΕGFR σε 10 ασθενείς (22.2%). Η έκφραση ERCC1 ήταν πιό συχνή στους άντρες (65.7%), στους ασθενείς >65 ετών (64%), στους καπνιστές (66.7%) και στο στάδιο Ι της νόσου. Η αρνητική έκφραση του ERCC1 συσχετίστηκε σημαντικά με την ύπαρξη EGFR. Η έκφραση EGFR παρατηρήθηκε μόνο σε αδενοκαρκινώματα και ήταν πιό συχνή στις γυναίκες (70%) και στους μη καπνιστές (53.3%). Η έκφραση ERCC1 ήταν θετική (scores 2+ and 3+) στην πλειονότητα των ΜΜΚΠ και φαίνεται να είναι ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας αυξημένης επιβίβωσης. Επιπρόσθετα, η έκφραση EGFR ήταν θετική (scores 2+ and 3+) στη μειοψηφία των ΜΜΚΠ και μόνο στα αδενοκαρκινώματα, ήταν ίο συχνή σε αρνητικούς για ERCC1 όγκους (scores 0 and 1+) υποδηλώνοντας ότι δεν είναι ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας για τους ασθενείς με ΜΜΚΠ.

  19. BRAFV600E mutation analysis in patients with metastatic colorectal cancer (mCRC) in daily clinical practice: correlations with clinical characteristics, and its impact on patients’ outcome.

    Saridaki Z, Tzardi M, Sfakianaki M, Papadaki C, Voutsina A, Kalykaki A, Messaritakis I, Mpananis K, Mavroudis D, Stathopoulos E, Georgoulias V, Souglakos J. PLoS One 2013 Dec 18;8(12):e84604. doi: 10.1371/journal.pone.0084604. eCollection 2013

    Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η προοπτική εκτίμηση της αξίας της ανεύρεσης της μετάλλαξης BRAF V600E σε ασθενείς με μεταστατικό Καρκίνο Παχέος Εντέρου (μΚΠΕ) στην καθημερινή κλινική πρακτική. 504 ασθενείς με μΚΠΕ οι οποίοι έλαβαν συστηματική χημειοθεραπεία ± βιολογικούς παράγοντες αναλύθηκαν. Στατιστικά σημαντική υψηλότερη επίπτωση της ύπαρξης της μετάλλλαξης BRAF V600E παρατηρήθηκε σε ασθενείς με ECOG-PS 2 (p=0.001), με μεταστάσεις σε πολλαπλά σημεία (p=0.002), με ηλικία > 65 έτη (p=0.004), με πρωτοπαθείς όγκους στο παχύ έντερο (p<0.001), με όγκους υψηλού βαθμού κακοήθειας (p=0.001) και με βλεννώδη χαρακτηριστικά (p=0.037). Οι ασθενείς των οποίων οι όγκοι έφεραν τη μετάλλαξη BRAF V600E είχαν στατιστικά σημαντικό μικρότερο PFS σε σχέση με τους wild-type (wt) (4.1 έναντι 11.6 μήνες, αντίστοιχα; p<0.001) και OS (14.0 έναντι 34.6 μήνες, αντίστοιχα; p<0.001). Στην πολυπαραγοντική ανάλυση η μετάλλαξη BRAF V600E αναδείχθηκε ως ανεξάρτητος παράγοντας μειωμένου PFS (HR: 4.1, 95% CI 2.7-6.2; p<0.001) και μειωμένης (HR: 5.9, 95% CI 3.7-9.5; p<0.001). Στους 273 ασθενείς οι οποίοι έλαβαν θεραπεία διάσωσης με cetuximab ή panitumumab, η μετάλλαξη BRAF V600E συσχετίστηκε με μειωμένο PFS (2.2 έναντι 6.0 μήνες; p<0.0001) και μειωμένη OS (4.3 έναντι 17.4 μήνες; p<0.0001). Άρα, συμπερασματικά, η ύπαρξη της μετάλλαξης BRAF V600E χαρακτηρίζει μια υπο-ομάδα ασθενών με μΚΠΕ με διακριτά βιολογικά, κλινικά και παθολογοανατομικά χαρακτηριστικά, και σχετίζεται με ιδιαίτερα κακή πρόγνωση.

  20. The eminent dermatologist Moriz Kaposi (1837-1902) and the first description of idiopathic multiple pigmented sarcoma of the skin.

    Karamanou M, Antoniou C, Stratigos AJ, Saridaki Z, Androutsos G. J BUON. 2013 Oct-Dec;18(4):1101-5

    To 1872, o γεννημένος στην Ουγγαρία Δερματολόγος Moriz Kaposi, ο οποίος ζούσε και εργαζόταν στη Βιέννη περιέγραψε για πρώτη φορά σε ηλικιωμένους ανθρώπους με Κεντρο-Ευρωπαική ή Μεσογειακή καταγωγή, μια σπάνια ενδημική ασθένεια, την οποία ονόμασε «ιδιοπαθή πολλαπλά υπέρχρωα σαρκώματα του δέρματος» και η οποία αργότερα πήρε το όνομά του. Δέκα χρόνια μετά, ο Ιταλός Δερματολόγος Tommaso de Amicis επιβεβαίωσε τα ευρήματα του Kaposi. Για περισσότερο από έναν αιώνα η ασθένεια ήταν γνωστή ως μια σπάνια, χαμηλής κακοήθειας νεοπλασία, μέχρι την επιδημία του AIDS στη δεκαετία του 1980.

  21. The great surgeon Jean-Louis Faure (1863-1944) and his contribution in the treatment of uterine cancer.

    Karamanou M, Saridaki Z, Piagkou M, Laios K, Androutsos G. J BUON. 2013 Jan-Mar;18(1):296-8

    Στο ξεκίνημα του 20ου αιώνα ο Καθηγητής Jean-Louis Faure, ένας από τος κορυφαίους χειορυργούς της πρωτοποριακής Parisian Medical School, δημοσίευσε τη δουλειά του πάνω στον καρκίνο της μήτρας. Ήταν ο πρώτος στη Γαλλία που έκανε ολική διακοιλιακή υστερεκτομή με μέση τομή, συνεισφέροντας έτσι στην εξέλιξη της χειρουργικής για τον καρκίνο.

  22. Postoperative Treatment with Docetaxel, Cisplatin, and Capecitabine (DCX) and Chemoradiotherapy (CRT) With Capecitabine for Resected Gastric Adenocarcinoma.

    Saridaki Z, Lambrodimou G, Kachris S, Makrantonakis P, Boukovinas I, Polyzos A, Anagnostopoulos A, Athanasiadis A, Stoltidis D, Georgoulias V, Souglakos J. Am J Clin Oncol. 2013 Apr 3

    Διενεργήσαμε μια μελέτη σκοπιμότητας για τη χρήση docetaxel/capecitabine/cisplatin (DCX) σε συνδυασμό με χημειοακτινοθεραπεία ως συμπληρωματική θεραπεία για ασθενείς με γαστρικό καρκίνο. Οι ασθενείς είχαν προγραμματιστεί να λάβουν αρχικά 2 κύκλους DCX, στη συνέχεια ακτινοθεραπεία με 50.4 Gy και capecitabine, ακολουθούμενα από 2 ακόμα κύκλους DCX. Από τους 40 ασθενείς που εντάχθηκαν στη μελέτη, οι 26 (65%) ολοκλήρωσαν τη θεραπεία σύμφωνα με το πρωτόκολλο και οι 14 (35%) τη διέκοψαν (άρνηση ασθενούς: n=6; Ανεπιθυμήτα συμβάματα: n=8). Καταγράφηκαν 2 τοξικοί θάνατοι. Τοξικότητα μεγαλύτερη ή ίση από 3 καταγράφηκε στο 12.1% πριν και στο 13.3% μετά από τη χημειο-ακτινοθεραπεία. Πρόοδος νόσου τεκμηριώθηκε στους 11 (27.5%) ασθενείς. Πιστεύουμε ότι καμία παραπάνω εξέλιξη του σχήματος αυτού δεν δικαιολογείται να διενεργηθεί δεδομένης της κακής ανοχής από τους ασθενείς.

  23. A triplet combination with irinotecan (CPT-11), oxaliplatin (LOHP), continuous infusion 5-fluorouracil and leucovorin (FOLFOXIRI) plus cetuximab as first-line treatment in KRAS wt, metastatic colorectal cancer: a pilot phase II trial.

    Saridaki Z, Androulakis N, Vardakis N, Vamvakas L, Kabouraki E, Kalbakis K, Hatzidaki D, Voutsina A, Mavroudis D, Georgoulias V, Souglakos J Br J Cancer. 2012;107(12):1932-7 doi: 10.1038/bjc.2012.509.

    Διενεργήσαμε μια ανοικτή πιλοτική μελέτη φάσης ΙΙ με στόχο να εκτιμήσουμε τη δραστικότητα και την ασφάλεια του συνδυασμού FOLFOXIRI και cetuximab ως θεραπεία 1ης γραμμής σε ασθενείς με μεταστατικό ορθοκολοκό καρκίνο (μΟΚΚ). Τριάντα-ένας ασθενείς με KRAS wild-type όγκους και μΟΚΚ, <70 ετών και με performance status 0-1 εντάχθηκαν στη μελέτη. Πλήρεις και μερικές ανταποκρίσεις παρατηρήθηκαν σε 4 (13.3%) και 17 (56.7%) ασθενείς, αντίστοιχα (συνολικό ποσοστό ανταποκρίσεων 70%; 95% confidence interval (CI): 53.6%-86.4%); 8 ασθενείς (26.7%) είχαν σταθερότητα της νόσου και 1 είχε πρόοδο νόσου. Ο διάμεσος χρόνος ως την πρόοδο νόσου ήταν 10.2 μήνες (95% CI: 7.1-13.4) και η διάμεση ολική επιβίωση ήταν 30.3 μήνες (95% CI: 18.8-41.9). Δευτερογενώς επετεύχθησαν R0 χειρουργικές εξαιρέσεις μεταστάσεων σε 11 (37%) ασθενείς. Grade 3 / 4 διάρροια και ουδετεροπενία παρατηρήθηκαν σε 16 (53%) και 7 (23.3%) ασθενείς, αντίστοιχα, και εμπύρετη ουδετεροπενία σε 2 (6.6%) ασθενείς. Νευροτοξικότητα grade 2 ή 3 παρατηρήθηκε σε 7 (23.3%) και 2 (6.7%) ασθενείς, αντίστοιχα, ενώ grade 3 δερματικό εξάνθημα παρατηρήθηκε σε 1 ασθενή. Συμπερασσματικά, ο συνδυασμός FOLFOXIRI/cetuximab παρουσίασε αυξημένη δραστικότητα σε ό,τι αφορά στο ποσοστό των αντικειμενικών ανταποκρίσεων και των R0 δευτερογενών ηπατικών μεταστασεκτομών, και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, ειδικά σε ασθενείς με μη εξαιρέσιμη ηπατική μεταστατική νόσο.

  24. Cytopathologic interpretation of ascites due to malignancy

    Kalogeraki A, Karvela-Kalogeraki I, Tamiolakis D, Petraki P, Papathanasiou A, Saridaki Z, Stathopoulos EN, Tzardi M. J BUON 2012;17:446-51.

    Η διάγνωση μεταστατικού καρκίνου στο περιτοναικό υγρό είναι πολύ σημαντική για τον ασθενή και τον ιατρό του. Η ευθύνη του παθολογοανατόμου είναι διπλή: (1) πρέπει να αναγνωρίσει με ακρίβεια τα νεοπλασματικά κύτταρα; (2) να αναγνωρίσει τον κυτταρικό τύπο, και αν είναι δυνατόν και το όργανο προέλευσης. Η δυσκολία της διάγνωσης μεταστατικού νεοπλάσματος στο περιτοναικό υγρό οφείλεται σε δύο αιτίες: (1) μη φυσιολογικά μεσοθηλιακά κύτταρα ή και μακροφάγα μπορεί να μοιάζουν με καρκινικά κύτταρα ή μπορεί και να κρύβουν τα καρκινικά κύτταρα; και (2) το περιτοναικό υγρό αποτελεί έναι φυσικό υγρικό μέσο καλλιέργειας κυττάρων, μέσα στο οποίο τα νεοπλασματικά κύτταρα μπορούν να πολλαπλασιάζονται ελεύθερα από τους φραγμούς που τους θέτουν τα όρια των οργάνων και των ιστών. Η ανοσοκυτταροχημεία (immunocytochemistry, ICC) και οι μοριακές τεχνικές είναι σημαντικές για τον καθορισμό της σωστής και ακριβούς διάγνωσης. Το κακόηθες περιτοναικό υγρό είναι ένα κατάλληλο μέσο για τη μελέτη των καρκινικών κυττάρων, που δίνει στοιχεία για τη βιολογία των συμπαγών όγκων.

  25. A phase I trial of oral metronomic vinorelbine plus capecitabine in patients with metastatic breast cancer

    Saridaki Z, Malamos N, Kourakos P, Polyzos A, Ardavanis A, Androulakis N, Kalbakis K, Vamvakas L, Georgoulias V, Mavroudis. Cancer Chemother Pharmacol 2012;69:35-42

    Στόχος της μελέτης αυτής ήταν η ανεύρεση των μέγιστων ανεκτών δόσεων (maximum-tolerated doses, MTDs) και των δοσοπεριοριστικών τοξικοτήτων (dose-limiting toxicities, DLTs) της μετρονομικής χορήγησης vinorelbine σε συνδυασμό με capecitabine σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του μαστού (μΚΜ). Η χορήγηση περιελάμβανε αυξανόμενες δόσεις μετρονομικού vinorelbine χορηγούμενο από το στόμα (δόση έναρξης 30 mg) ημέρα παρά ημέρα συνεχώς και capecitabine (δόση έναρξης 800 mg/m2 δύο φορές την ημέρα) για τις ημέρες 1-14 κάθε 21 ήμερες. Οι DLTs εκτιμήθηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου κύκλου. Τριάντα-έξι γυναίκες εντάχθηκαν στη μελέτη σε 8 επίπεδα δόσεων. Σε 24 ασθενείς η θεραπεία αυτή δόθηκε στα πλαίσια 1ης γραμμής θεραπείας, σε 8 στα πλαίσια 2ης και σε 4 στα πλαίσια 3ης. Ως επίπεδο DLT θεωρήθηκε το επίπεδο με τη δόση του μετρονομικού από του στόματος vinorelbine στα 70 mg και του capecitabine στα 1,250 mg/m2, και το προτεινόμενο επίπεδο ΜTD ήταν εκείνο με vinorelbine 60 mg και capecitabine 1,250 mg/m2. Οι DLTs ήταν εμπύρετη ουδετεροπενία grade 3 και 4, διάρροια grade 4 και καθυστέρηση στη χορήγηση θεραπείας λόγω ουδετεροπενίας. Δεν παρατηρήθηκαν θάνατοι που να οφείλονται στη θεραπεία. Οι κύριες τοξικότητες ήταν grade 2-3 ουδετεροπενία στο 16.6% των ασθενών η κάθεμια, grade 2-3 αναιμία (16.5%), grade 2-4 κόπωση (27.5%), grade 2-3 ναυτία/έμετοι (11%) και grade 3-4 διάρροια (8.2%). Δύο πλήρης και 10 μερικές ανταποκρίσεις παρατηρήθηκαν. Συμπερασματικά, η χορήγηση από τους στόματος μετρονομικού vinorelbine σε συνδυασμό με capecitabine είναι ένα καλά ανεκτό και εφαρμόσιμό χημσιοθεραπευτικό σχήμα που αξίζει περαιτέρω εκτίμησης σε ασθενείς με μΚΜ.

  26. Aretaeus of Cappadocia and the first description of diabetes.

    Laios K, Karamanou M, Saridaki Z, Androutsos G. Hormones (Athens), 2012;11:109-113

    Το όνομα Αρεταίος της Καπαδοκίας έχει συσχετιστεί με το διάβήτη, περισσότερο από οποιουδήποτε άλλου ιατρού της αρχαιότητας. Τα έργα του στοιχειοθετούν μια εκλεπτυσμένη σύνθεση της προηγούμενης γνώσης για την ασθένεια αυτή σε συνδυασμό με τις δικές του παρατηρήσεις. Προικισμένος με μια μοναδική ικανότητα παρατήρησης των παθολογικών φαινομένων μπόρεσε να επεξεργαστεί τα κείμενα των προγενέστερών του και να τα εμπλουτίσει με τα δικά του ευρήματα και τις αναρίθμητες σκέψεις του. Ανάμεσα στην πληθώρα των ασθενειών με τις οποίες καταπιάστηκε, θα μείνει στην ιστορία σαν ένας εξαιρετικός και ακριβής μελετητής του διαβήτη.

  27. Second-line Paclitaxel/Carboplatin Versus Vinorelbine/Carboplatin in Patients Who Have Advanced Non-Small-Cell Lung Cancer Pretreated With Non-Platinum-Based Chemotherapy: A Multicenter Randomized Phase II Study

    Pallis AG, Syrigos K, Kotsakis A, Karachaliou N, Polyzos A, Chandrinos V, Varthalitis I, Christophyllakis C, Ardavanis A, Vamvakas L, Vardakis N, Saridaki Z, Samonis G, Giassas S, Georgoulias V, Agelaki S. Clin Lung Cancer 2011;12:100-105

    Στόχος της μελέτης αυτής ήταν να εκτιμήσει τη δραστικότητα και την τοξικότητα του διπλού συνδυασμού paclitaxel/carboplatin (PC) έναντι του vinorelbine/carboplatin (VC) ως χημειοθερπαεία δεύτερης γραμμής σε ασθενείς με προχωρημένο μη-μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΜΚΠ). Ασθενείς που είχαν λάβει χημειοθεραπεία 1ης γραμμής με το συνδυασμό docetaxel/gemcitabine τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν είτε PC (n = 75), με δόσεις 140 mg/m2 για το paclitaxel και 3 AUC για την carboplatin, είτε VC (n = 78), με δόσεις 45 mg/m2 vinorelbine από το στόμα και 3 AUC για την carboplatin, τις ημέρες 1 και 15. Το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης ήταν 18.6% (95% confidence interval, 9.85%-27.49%; μιά πλήρης και 13 μερικές ανταποκρίσεις) στο σκέλος του PC και 7.7% (95% confidence interval, 1.78%-13.61%; μιά πλήρης και 5 μερικές ανταποκρίσεις) στο σκέλος του VC (P = .056). Ο διάμεσος χρόνος ως την πρόοδο νόσου ήταν 3.5 μήνες (εύρος, 0.3 – 23.73 μήνες) και 3.07 μήνες (εύρος, 0.37-18.5) στο σκέλος του PC και VC αντίστοιχα (P = .287). Η διάμεση ολική επιβίωση ήταν 7.83 μήνες (εύρος, 0.3-45.03 μήνες) και 7.60 μήνες (εύρος, 0.5-30.27 μήνες) στο σκέλος του PC και VC, αντίστοιχα (P value = .633). Η χημειοθεραπεία ήταν καλά ανεκτή και οι τοξικότητες grade III/IV ήταν σχετικά σπάνιες. Δεν παρατηρήθηκε κανένας τοξικός θάνατος. Συμπερασματικά, οι διπλοί συνδυασμοί με βάση την πλατίνα, είτε με paclitaxel, είτε με vinorelbine σε ασθενείς με προχωρημένο ή μεταστατικό ΜΜΚΠ που έχουν λάβει χημειοθεραπεία 1ης γραμμής με docetaxel/gemcitabine έχουν συγκρίσιμη δραστικότητα όταν χρησιμοποιούνται στη 2η γραμμή.

  28. Metronomic vinorelbine plus bevacizumab as salvage therapy for patients with metastatic breast cancer

    Saloustros E, Kalbakis K, Vardakis N, Kalykaki A, Milaki G, Rovithi M, Agelaki S, Saridaki Z, Georgoulias V, Mavroudis D. J BUON 2011;16:215-218.

    Η συνεχόμενη δόση από του στόματος vinorelbine 3 φορές την εβδομάδα είναι εφικτή και εξαιρετικά καλά ανεκτή σε δόσεις μέχρι 50 mg τη φορά και με κλινική δραστικότητα ενάντια όγκων ανθεκτικών στη χημειοθεραπεία. Σε αυτή τη μελέτη φάσης II εκτιμήθηκε η δραστικότητα του συνδυασμού από του στόματος μετρονομικού vinorelbine και bevacizumab ως θεραπεία διάσωσης για προθεραπευμένες ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο μαστού (μΚΜ). Οι ασθενείς έλαβαν από τους στόματος vinorelbine (50 mg 3 φορές την εβδομάδα) σε συνδυασμό με bevacizumab (10 mg/kg) κάθε 2 εβδομάδες σε κύκολους των 28 ημερών. Ο πρωτεύων καταληκτικός στόχος ήταν το ποσοστό των αντικειμενικών ανταποκρίσεων. Μια προσχεδιασμένη ανάλυση πραγματοποιήθηκε στους πρώτους 13 ασθενείς. Σε 1 ασθενή (7.7%) καταγράφηκε μια μερική ανταπόκριση και σε 6 (46.1%) σταθερότητα της νόσου. Ο συνδυασμός των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων ήταν πολύ καλά ανεκτός, αλλά, βάσει πρωτοκόλλου, η μελέτη τερματίστηκε πρόωρα λόγω έλλειψης δραστικότητας. Συμπερασματικά, ο συνδυασμός από του στόματος vinorelbine και bevacizumab ήταν καλά ανεκτός αλλά είχε πολύ περιορισμένη δραστικότητα σε προθεραπευμένους ασθενείς με μΚΜ.

  29. Microsatellite instability, prognosis and drug sensitivity of stage II and III colorectal cancer: more complexity to the puzzle

    Tejpar S, Saridaki Z, Delorenzi M, Bosman F, Roth AD J. Natl Cancer Inst 2011;103:841-844

    Η συγκεκριμένη δημοσίευση είναι μια εμπεριστατωμένη σύνοψη της γνώμης των ειδικών συγγραφέων σχετικά με την μικροδορυφορική αστάθεια, την προγνωστική και την προβλεπτική της αξία στον πρώιμο καρκίνο παχέος εντέρου.

  30. Impact of KRAS, BRAF, PIK3CA mutations, PTEN, AREG, EREG expression and skin rash in ≥ 2 line cetuximab-based therapy of colorectal cancer patients

    Saridaki Z, Tzardi M, Papadaki C, Sfakianaki M, Pega F, Kalikaki A, Tsakalaki E, Trypaki M, Messaritakis I, Stathopoulos E, Mavroudis D, Georgoulias V, Souglakos J. PLoS One 2011;6:e15980

    Σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η εκτίμηση της προβλεπτικής αξίας των KRAS, BRAF, PIK3CA μεταλλάξεων, της AREG- EREG mRNA έκφρασης, της πρωτεινικής έκφρασης της PTEN και του δερματικού εξανθήματος σε ασθενείς με μεταστατικό ορθοκολικό καρκίνο (μΟΚΚ) που έχουν λάβει θεραπεία διάσωσης με cetuximab. Πρωτοπαθείς όγκοι από 112 ασθενείς με μΟΚΚ αναλύθηκαν. Η σοβαρότερη δερματική τοξικότητα κατά τη διάρκεια της θεραπείας εκτιμήθηκς. Μεταλλάξεις στα γονίδια KRAS, BRAF και PIK3CA ανευρέθηκαν σε 37 (33%), 8 (7.2%) και 11 (9.8%) περιπτώσεις αντίστοιχα. Η πρωτείνη PTEN δεν ανιχνεύθηθκε σε 21 (19.8%) περιπτώσεις, υπερέκφραση των AREG και EREG ανιχνεύθηκε σε 48 (45%) και 51 (49%) περιπτώσεις. Σε ολόκληρο τον πληθυσμό της μελέτης, το διάστημα ως την πρόοδο νόσου (time to tumor progression, ΤTP) και η ολική επιβίωση (overall survival, OS) ήταν στατιστικώς σημαντικά μικρότερα σε ασθενείς με KRAS (p = 0.001 και p = 0.026, αντίστοιχα) ή BRAF (p = 0.001 και p<0.0001, αντίστοιχα) μεταλλαγμένους όγκους, και με υπο-έκφραση της AREG (p = 0.018 και p = 0.013, αντίστοιχα) ή της EREG (p = 0.002 και p = 0.004, αντίστοιχα) και σε ασθενείς με δερματικό εξάνθημα βαθμού 0-1 (p<0.0001 και p<0.0001, αντίστοιχα). Στον πληθυσμό των KRAS wt ασθενών το TTP και η OS ήταν στατιστικώς σημαντικά χαμηλότερα σε ασθενείς με BRAF μεταλλαγμένους όγκους (p = 0.0001 και p<0.0001, αντίστοιχα), με υπο-έκφραση της AREG (p = 0.021 και p = 0.004, αντίστοιχα) ή της EREG (p = 0.0001 και p<0.0001, αντίστοιχα) και με δερματικό εξάνθημα βαθμού 0-1 (p<0.0001 και p<0.0001, αντίστοιχα). Το TTP ήταν σημαντικά χαμηλότερο σε ασθενείς με μεταλλάξεις στην PIK3CA (p = 0.01) ή απώλεια του PTEN (p = 0.002). Η πολυπαραγοντική ανάλυση ανέδειξε τις μεταλλάξεις στο KRAS (Hazard Ratio [HR] 4.3, p<0.0001) και στο BRAF (HR: 5.1, p<0.0001), τη χαμηλή έκφραση EREG (HR: 1.6, p = 0.021) και την έλλειψη δερματικού εξανθήματος ή το ήπιο δερματικό εξάνθημα (HR: 4.0, p<0.0001) ως ανεξάρτητους προγνωστικούς δείκτες για μειωμένο TTP. Αντίστοιχα, οι μεταλλάξεις στο KRAS (HR 2.9, p = 0.01), στο BRAF (HR: 3.0, p = 0.001), η χαμηλή έκφραση EREG (HR: 1.7, p = 0.021), η έλλειψη δερματικού εξανθήματος και το ήπιο δερματικό εξάνθημα (HR: 3.7, p<0.0001) και η ύπαρξη αδιαφοροποίητου στοιχείου στον όγκο (HR: 2.2, p = 0.001) αναδείχθηκαν ως ανεκάρτητοι προγνωστικοί δείκτες για μειωμένη. Συμπερασματικά, οι μεταλλάξεις στα KRAS-BRAF και η έκφραση της EREG μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βιοδείκτες για την επιλογή ασθενών με μεγάλύτερη πιθανότητα ανταπόκρισης σε θεραπεία με anti-EGFR μονοκλωνικά αντισώματα.

  31. Prognostic significance of the detection of peripheral blood CEACAM5mRNA-positive cells by real-time polymerase chain reaction in operable colorectal cancer

    Vardakis N, Messaritakis I, Papadaki C, Agoglossakis G, Sfakianaki M, Saridaki Z, Apostolaki S, Koutroubakis I, Perraki M, Hatzidaki D, Mavroudis D, Georgoulias V, Souglakos J.

    Clin Cancer Res 2011;17:165-173

    Στόχος της μελέτης αυτής ήταν η εκτίμηση της κλινικής σημασίας της ύπαρξης CEACAM5mRNA-θετικών κυκλοφορούντων καρκινικών κυττάρων (ΚΚΚ) σε ασθενείς με χειρουργήσιμο ορθοκολικό καρκίνο (ΟΚΚ). Περιφερικό αίμα συλλέκτηκε από 265 ασθενείς με χειρουργήσιμο ΟΚΚ πριν από την έναρξη της συμπληρωματικής συστηματικής χημειοθεραπείας. Επίσης, περιφερικό αίμα συλλέκτηκε από 96 υγιής αιμοδότες. Από αυτές τις πηγές παράχθηκε RNA, ενώ παράλληλα, RNA για το θετικό και το αρνητικό control παράχθηκε από τις Lovo, ARH-77 και λευχαιμικές κυτταρικές σειρές. Η ανίχνευση της ύπαρξης CEACAM5mRNA-θετικών ΚΚΚ πραγματοποιήθηκε με τη χρήση της μεθόδου της real-time PCR assay. Επίσης συσχέτιση έγινε της ύπαρξης των CEACAM5mRNA-θετικών ΚΚΚ με γνωστούς κλινικούς προγνωστικούς παράγοντες. Το κατώτερο όριο ανίχνευσης της μεθόδου βρέθηκε να αντιστοιχεί σε 0.7 Lovo cell equivalence/5 μg RNA, με ευαισθησία 1 καρκινικού κυττάρου/105 φυσιολογικά κύτταρα και με ειδικότητα 97%. Σε 98 ασθενείς ανιχνεύθηκαν CEACAM5mRNA-θετικών ΚΚΚ. Η ύπαρξη των κυττάρων αυτών συσχετίστηλε στατιστικώς σημαντικά με υψηλότερο ποσοστό υποτροπής (P < 0.001), μειωμένη επιβίωση χωρίς υποτροπή (DFS; P < 0.001), υψηλότερο ποσοστό θανάτων (P = 0.017) και μειωμένη ολική επιβίωση (P = 0.025). Η πολυπαραγοντική ανάλυση ανέδειξε την ύπαρξη CEACAM5mRNA-θετικών ΚΚΚ ως ανεξάρτητο προγνωστικό δείκτη μειωμένης επιβιώσης χωρίς υποτροπή (HR = 3.4; 95% CI: 2.0-5.9; P < 0.001). Συμπερασματικά λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι η ύπαρξη CEACAM5mRNA-θετικών ΚΚΚ είναι ένας αρνητικός προγνωστικός παράγοντας που συνδέεται με φτωχά κλινικά αποτελέσματα σε ασθενείς με χειρουργήσιμο ΟΚΚ.

  32. A retrospective analysis of non-platinum-based first- and second-line chemotherapy in patients with advanced non-small cell lung cancer

    Kotsakis A, Hatzidaki D, Vamvakas L, Vardakis N, Kalykaki A, Bozionelou V, Androulakis N, Kalbakis K, Saridaki Z, Georgoulias V, Agelaki S. Anticancer Res 2010;30:4335-4342

    Η χημειοθεραπεία με βάση την πλατίνα αποτελεί το standard of care για τους ασθενείς με προχωρημένο μη-μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα (ΜΜΚΠ), ενώ οι μη πλατινούχοι συνδυασμοί, συχνά προτιμούνται στους ασθενείς κατά την υποτροπή της νόσου. Η μελέτη αυτή εξετάζει αναδρομικά την αλληλουχία χορήγησης χημειοθεραπείας στην 1η και 2η γραμμή. Τα αρχεία ασθενών που είχαν ενταχθεί στις μελέτες για προχωρημένο ΜΜΚΠ της Ελληνικής Ογκολογικής Ερευνητικής Ομάδας από το Φεβρουάριο 1997 ως τον Σεπτέμβριο 2006 ανασκοπήθηκαν αναδρομικά. Η δραστικότητα των μη-πλατινούχων συνδυασμών χημειοθεραπείας που χορηγήθηκαν σαν 1ης ή 2ης γραμμής θεραπεία (n=94, cohort A) συγκρίθηκε με αυτή των μη-πλατινούχων συνδυασμών στην 1η γραμμή η οποία ακολουθήθηκε από τη χορήγηση πλατινούχου συνδυασμού στη 2η γραμμή (n=267, cohort B), και με την αντίστροφη αλληλουχία (n=123, cohort C). Το αντικειμενικό ποσοστό ανταποκρίσεων (objective response rate, ORR) στην 1ης γραμμής θεραπεία ήταν υψηλότερο στο cohort C σε σχέση με το cohort A (45.5% έναντι 25.5%, αντίστοιχα, p=0.002) και με το cohort B (45.5% έναντι 21.3%, p=0.0001). Το ORR στη 2ης γραμμής θεραπεία ήταν 17%, 13.1% (p=0.349) και 7.3% (p=0.027) στα cohorts A, B και C, αντίστοιχα. Ο χρόνος ως την υποτροπή και η ολική επιβίωση ήταν συγκρίσιμα ανάμεσα στα 3 cohorts, τόσο στην 1η, όσο και στη 2η γραμμή θεραπείας. Συμπερασματικά, η 1ης γραμμής θεραπείες με βάση την πλατίνα είχαν καλύτερο ORR σε σύγκριση με τους μη-πλατινούχους συνδυασμούς. Εντούτοις, η ολική επιβίωση ήταν συγκρίσιμη και ανεξάρτητη από την αλληλουχία χορήγησης των σχημάτων αυτών στην 1η και 2η θεραπευτική γραμμή.

  33. BRAF mutations, microsatellite instability status and cyclin D1 expression predict metastatic colorectal patients’ outcome

    Saridaki Z, Papadatos-Pastos D, Tzardi M, Mavroudis D, Bairaktari E, Arvanity H, Stathopoulos E, Georgoulias V, Souglakos J. Br J Cancer 2010;102:1762-1768

    Στη μελέτη αυτή εκτιμήθηκε η σημασία των μεταλλάξεων στο BRAF, της αστάθειας του μικροδορυφορικού DNA (microsatelite instability, MSI) και της έκφρασης της κυκλίνης D1 σε ασθενείς με μεταστατικό ορθοκολικό καρκίνο (μΟΚΚ). Πρωτοπαθείς όγκοι από 144 ασθενείς που έλαβαν θεραπεία για μΟΚΚ εξετάσθηκαν για την μετάλλαξη V600E του BRAF, για MSI και για κυκλίνη D1. Τα αποτελέσματα συσχετίστηκαν με το διάστημα μέχρι την πρόοδο νόσου (progression-free survival, PFS) και με την ολική επιβίωση (overall survival, OS). Μεταλλάξεις στο BRAF ανιχνεύθηκαν σε 10 από τους 22 (45%) ασθενείς με όγκους που χαρακτηρίζονταν από υψηλή μικροδορυφορική αστάθεια (MSI-H), ενώ σε μόλις 2 από τους 122 (1.6%) με όγκους που χαρακτηρίζονταν μικροδορυφορικά σταθεροί (microsatellite stable, MSS) (P<0.001). Η ύπαρξη της μετάλλαξης BRAF συσχετίστηκε με την υπερέκφραση της κυκλίνης D1 (7 από τους 26 ασθενείς, 58% έναντι 5 από τους 118 ασθενείς, 14%; P=0.001). Οι ασθενείς με πρωτοπαείς όγκους που έφεραν τη BRAF μετάλλαξη, είχαν στατιστικά σημαντικό μικρότερο διάμεσο PFS (2.7 έναντι 9.8 μήνες; P<0.001) και μικρότερη διάμεση ολική επιβίωση OS (14 έναντι 30 μήνες; P<0.001) σε σχέση με του ασθενείς με wild-type (wt) πρωτοπαθείς όγκους. Ασθενείς με MSI-H και BRAF-μεταλλαγμένους όγκους είχαν στατιστικά σημαντικά μειωμένο PFS (3.1 έναντι 11.4 μήνες; P=0.008) και OS (14.5 έναντι 35.5 μήνες; P=0.004) σε σχέση με τους ασθενείς με MSI-H και BRAF wt όγκους. Αντίστοιχα, οι μεταλλάξεις BRAF και η υπερέκφραση της κυκλίνης D1 συσχετίστηκαν με μειωμένο PFS (3.1 έναντι 8.6 μήνες; P=0.03) και OS (17.8 έναντι 39.2 μήνες; P=0.01). Συμπερασματικά, η ΒRAF V600E μεταλλάξεις συσχετίζονται με το ΜSI-H και με την υπερέκφραση της κυκλίνης D1 και χαρακτηρίζουν έναν υποπληθυσμό ασθενών με φτωχή πρόγνωση.

  34. Mechanisms of resistance to anti-EGFR monoclonal antibody treatment in metastatic colorectal cancer

    Saridaki Z, Georgoulias V, Souglakos J. World J Gastroenterol 2010;16:1177-1187

    Ο μεταστατικό ορθοκολικός καρκίνος (μΟΚΚ) εξακολουθεί να είναι ένα κυρίαρχο πρόβλημα υγείας. Η χρήση των νεότερων κυτταροτοξικών, ιρινοτεκάνη και οξαλιπλατίνα, έχει καταφέρει να δώσει μια σημαντική αύξηση στα ποσοστά επιβίωσης. Οι νέες στοχευμένες θεραπείες bevacizumab and cetuximab σε συνδυασμό με αποτελεσματικά χημειοθεραπευτικά σχήματα έχουν οδηγήσει τη διάμεση επιβίωση σε πάνω από 2 χρόνια και μια ολοένα αυξανόμενη ομάδα ασθενών αποκτά τη δυνατότητα να ωφεληθεί από τη χειρουργική εξαίρεση μεταστατικών εστιών. Επιπρόσθετα, αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι το προφίλ μεταλλάξεων των όγκων πρέπει να επηρεάζει την επιλγή των ασθενών για συγκεκριμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις και να αποτελεί παράγοντα διαστρωμάτωσης σε προοπτικές μελέτες. Το KRAS και οι μεταλλάξεις του αποτελούν ένα παράδειγμα προς μίμηση για την ανάπτυξη βιοδεικτών στη σημερινή εποχή των στοχευμένων θεραπειών. Το άρθρο αυτό, είναι μια ανασκόπηση των πιό σημαντικών μελετών στην προσπάθεια εξεύρεσης βιοδεικτών για τη βελτιστοποίηση της θεραπευτικής χρήσης των anti-epidermal growth factor receptor (anti-EGFR) στο πεδίο του μΟΚΚ, πέραν των μεταλλάξεων στο KRAS. Στόχος μας είναι η ανακάλυψη μοριακών δεικτών οι οποίοι να μπορούν να μας βοηθήσουν στην επιλογή των ασθενών με τη μεγαλύτερη πιθανότητα να απαντήσουν στα anti-EGFR μονοκλωνικά αντισώματα. Συμπερασματικά, τα ολοένα και αυξανόμενης σημασίας μοριακά χαρακτηριστικά που συσχετίζονται με τον ΟΚΚ έχουν σημαντικά αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε πιό ορθολογικά και αιτιολογημένα από θεραπευτικής άποψης τον μΟΚΚ.

  35. Circulating tumor cells with a putative stem cell phenotype in peripheral blood of patients with breast cancer

    Theodoropoulos PA, Polioudaki H, Agelaki S, Kallergi G, Saridaki Z, Mavroudis D, Georgoulias V. Cancer Lett 2010;288:99-106

    Οι CD44(+)/CD24(-/low) και ALDH1(+) κυτταρικοί φαινότυποι συσχετίζονται με αυξημένη ογκογόνο δραστικότητα. Εκτιμήσαμε την έκφραση CD44, CD24 και ALDH1 σε κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα (ΚΚΚ) στο περιφερικό αίμαι ασθενών με μεταστατικό καρκίνο του μαστού με τη χρήση μικροσκοπίας τριπλού ανοσοφθορισμού. Σε σύνολο 1439 ΚΚΚ τα οποία ανιχνεύθηκαν σε 20 (66.7%) από τους 30 ασθενείς, 35.2% είχαν τον stem-like/tumorigenic φαινότυπο CD44(+)/CD24(-/low), ενώ 17.7% από τα ΚΚΚ σε 7 ασθενείς είχαν τον φαινότυπο ALDH1(high)/CD24(-/low). Συμπερασματικά, αναφέρουμε την ύπαρξη ενός υποπληθυσμού ΚΚΚ με δυνητικά stem cell progenitor φαινότυπο σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο μαστού.

  36. Prognostic and predictive value of common mutations for treatment response and survival in patients with metastatic colorectal cancer.

    Souglakos J, Philips J, Wang R, Marwah S, Silver M, Tzardi M, Silver J, Ogino S, Hooshmand S, Kwak E, Freed E, Meyerhardt JA, Saridaki Z, Georgoulias V, Finkelstein D, Fuchs CS, Kulke MH, Shivdasani RA. Br J Cancer 2009;101:465-472

    Στόχος της μελέτης αυτή ήταν η εκτίμηση της προγνωστικής και της προβλεπτικής αξίας των μεταλλάξεων KRAS, PIK3CA και BRAF σχετικά με τα κλινικά αποτελέσματα και την ανταπόκριση στη χορήγηση συγκεκριμένων δραστικών φαρμακευτικών παραγόντων στο μεταστατικό ορθοκολικό καρκίνο (μΟΚΚ). Προσδιορίσαμε τις μεταλλάξεις KRAS, BRAF και PIK3CA στους όγκους 168 ασθενών που έλαβαν θεραπεία για μΟΚΚ σε 2 ιδρύματα. Όλοι οι ασθενείς έλαβαν 1ης γραμμης θεραπεία με βάση το 5-FU και η απάντηση στη θεραπεία αναλύθηκε αναδρομικά. Μεταλλάξεις στα KRAS, BRAF και PIK3CA ανευρέθηκαν σε 62 (37%), 13 (8%) και 26 (15%) περιπτώσει, αντίστοιχα. Η πολυπαραγοντική ανάλυση ανέδειξε τη μετάλλαξη BRAF ως ανεξάρτητο προγνωστικό δείκτη μειωμένης ολικής επιβίωσης (hazard ratio (HR) 4.0, 95% confidence interval (CI) 2.1-7.6). Επιπρόσθετα, οι ασθενείς με όγκους οι οποίοι έφεραν μετάλλαξη στο BRAF είχαν στατιστικά σημαντικά χαμηλό διάστημα χωρίς υποτροπή (PFS) (HR 4.0, 95% CI 2.2-7.4) σε σχέση με εκείνους των οποίων οι όγκοι ήταν wild-type (wt) για το BRAF. Σε σύνολο 92 ασθενών, οι οποίοι έλαβα χημειοθεραπεία και cetuximab ως θεραπεία διάσωσης, οι μεταλλάξεις στο KRAS συσχετίστηκαν με έλλειψη ανταπόκρισης (P=0.002) και μικρότερο PFS (P=0.09).Επίσης, οι μεταλλάξεις BRAF (P=0.0005) και PIK3CA (P=0.01) συσχετίστηκααν με μειωμένο PFS στη θεραπεία διάσωσης με cetuximab. Τα αποτελέσματα αυτά σημειώνουν τη δυνατότητα που έχουμε με το μοριακό χαρακτηρισμό των όγκων των ασθενών με μΟΚΚ να διαχωρίσουμε ομάδες ασθενών με διαφορετική φυσική ιστορία και απάντηση στη θεραπεία. Το αρνητικό αντίκτυπο της ύπαρξης της μετάλλαξης BRAF πρέπει να σηματοδοτήσει μελλοντικά την επιλογή και τη διαστρωμάτωση των ασθενών αυτών στις κλινικές μελέτες.

  37. Continuous administration of daily low-dose temozolomide in pretreated patients with advanced non-small cell lung cancer: a phase II study

    Kourousis C, Vamvakas L, Vardakis N, Kotsakis A, Kalykai A, Kalbalis K, Saridaki Z, Kentepozidis N, Giassas S, Georgoulias V. Oncology 2009;76:112-117

    Η Temozolomide, ένα νέο παράγωγο της triazene έχει δείξει δραστικότητα in vitro στον καρκίνο του πνεύμονα, όπωε και σε εγκεφαλικές μεταστάσεις διαφόρων πρωτοπαθών συμπαγών όγκων, συμπεριλαμβανομένου και του μη-μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα (ΜΜΚΠ). Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμήσει τη δραστικότητα και την ασφάλεις της χορήγησης temozolomide σε προθεραπευμένους ασθενείς με ΜΜΚΠ. Τριάντα-ένας προθεραπευμένοι ασθενείς (διάμεση ηλικία τα 60 έτη) με ιστολογικά επιβεβαιωμένο ΜΜΚΠ εντάχθηκαν. Δεκαέξι (52%) ασθενείς είχαν performance status (ECOG) 0-1, 12 (39%) είχαν λάβει θεραπεία για εγκεφαλικές μεταστάσεις και 28 (90.3%) είχαν λάβει >2 γραμμές θεραπείας. Η Temozolomide χορηγήθηκε σε δόση 75 mg/m2 καθημερινά για 21 ημέρες κάθε 28 ημέρες. Συνολικά χορηγήθηκαν 73 χημειοθεραπευτικοί κύκλοι. Στην intention-to-treat ανάλυση, 2 ασθενείς (6.5%; 95% CI: -2.2 to 15.1%) πέτυχαν μερική ανταπόκριση και 3 (10%) σταθεροποίηση της νόσου. Ο διάμεσος χρόνος ως την υποτροπή ήταν 2.4 μήνες, η διάμεση ολική επιβίωση 3.3 μήνες και το ποσοστό 1-ετούς επιβίωσης ήταν 22.5%. Ένας τοξικός θάνατος λόγω grade 4 ουδετεροπενίας παρατηρήθηκε. Grade 3 και 4 λεμφοπενία παρατηρήθηκε σε 4 (13%) και 2 (6%) ασθενείς, αντίστοιχα. Η μη-αιματολογική τοξικότητα ήταν ήπια και αφορούσε σε grade 2-3 ασθένια (n = 14 ασθενείς) και grade 3 διάρροια (n = 1 ασθενής). Η μακροχρόνια χορήγηση χαμηλής δόσης temozolomide έδειξε μικρή δραστικότητα ως θεραπεία διάσωσης σε ασθενείς με προχωρημένο ΜΜΚΠ. Ίσως, ο συνδυασμός χαμηλών ημερήσιων δόσεων temozolomide με άλλους αντικαρκινικούς παράγοντες πιθανόν να αξίζει να μελετηθεί περαιτέρω.

  38. A dose escalation and pharmacokinetic study of the biweekly administration of paclitaxel, gemcitabine and oxaliplatin in patients with advanced solid tumors

    Saridaki Z, Pappas P, Souglakos J, Nikolaidou M, Vardakis N, Kotsakis A, Marselos M, Georgoulias V, Mavroudis D

    Cancer Chemother Pharmacol 2009;65:121–128

    Στόχος της μελέτης ήταν να καθορίσει τις δοσο-εξαρτώμενες τοξικότητες (dose-limiting toxicities, DLTs) και τη μέγιστη ανεκτή δόση (maximum tolerated dose, MTD) της δις-εβδομαδιαίας χορήγησης του συνδυασμού paclitaxel, gemcitabine και oxaliplatin σε ασθενείς με προχωρημένους συμπαγείς όγκους. Οι ασθενείς λάμβαναν κλιμακωτά αυξανόμενες δόσεις paclitaxel (δόση έναρξης: 100 mg/m2), gemcitabine (δόση έναρξης: 800 mg/m2) και oxaliplatin (δόση έναρξης: 50 mg/m2) τις ημέρες 1 και 15 σε κύκλους 4 εβδομάδων. Οι  DLTs εκτιμήθηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου κύκλου. Είκοσι-επτά ασθενείς (διάμεση ηλικία τα 65 έτη) με performance status 0-1 έλαβαν θεραπεία σε 6 κλιμακωτά επίπεδα. Έντεκα ασθενείς (40.7%) δεν είχαν προηγουμένως λάβει θεραπεία, έξι (22.2%) είχαν λάβει 1 προηγούμενη γραμμή θεραπείας και 10 (37.1%) 2 ή περισσότερες. Το επίπεδο DLT θεωρηθήκε στις δόσεις paclitaxel 110 mg/m2, gemcitabine 1,150 mg/m2 και LOHP 70 mg/m2. Οι δοσο-περιοριστικές ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν grade 4 ουδετεροπενία και grade 3 εμπύρετη ουδετεροπενία. Η ουδετεροπενία ήταν και η πιό συχνή τοξικότητα. Ένας διάμεσος αριθμός 3 κύκλων χορηγήθηκε ανά ασθενή. Μια πλήρης και 5 μερικές ανταποκρίσεις παρατηρήθηκαν σε ασθενείς με καρκίνο των ωοθηκών, μη-μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα, ουροθηλιακό καρκίνο, μεσοθηλίωμα και καρκίνο αγνώστου πρωτοπαθούς. Δεν παρατηρήθηκαν φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα. Οι συνιστώμενες δόσεις για μελλοντικές μελέτες φάσης ΙΙ του συνδυασμού είναι paclitaxel 110 mg/m2, gemcitabine 1,000 mg/m2 και οxaliplatin 70 mg/m2 κάθε 2 εβδομάδες. Το χημειοθεραπευτικό αυτό σχήμα είναι γενικά καλά ανεκτό και χρήζει περαιτέρω μελέτης.

  39. Gefitinib in combination with gemcitabine and vinorelbine in patients with metastatic breast cancer pre-treated with taxane and anthracycline chemotherapy: a phase I/II trial

    Gioulbasanis I, Saridaki Z, Kalykaki A, Vamvakas L, Kalbakis K, Ignatiadis M, Amarantidis K, Kakolyris S, Georgoulias V, Mavroudis D. Anticancer Res 2008;28:3019-3025

    Στόχος της μελέτης ήταν να καθορίσει την ανοχή και τη δραστικότητα του συνδυασμού gefitinib, gemcitabine και vinorelbine σε ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο μαστού (ΜΚΜ) οι οποίοι να είναι προθεραπευμένοι με ανθρακυκλίνες και ταξάνες. Γυναίκες με μετρήσιμη νόσο έλαβαν από το στόμα gefitinib (250 mg/ημέρα) συνεχώς, σε συνδυασμό με ενδοφλέβια (ΕΦ) χορήγηση gemcitabine 1000 mg/m2 και vinorelbine 25 mg/m2 την ημέρα 1, κάθε 2 εβδομάδες. Οι πρώτοι 10 ασθενείς που εντάχθηκαν στη μελέτη εκτιμήθηκαν για την ασφάλεια και την ανοχή στις συγκεκριμένες δόσεις. Η μελέτη διεκόπη πρόωρα λόγω του χαμηλού βαθμού ένταξης ασθενών. Εικοσι-πέντε (71%) από τους αρχικά προγραμματισμένους 35 ασθενείς έλαβαν συνολικά 154 κύκλους χημειοθεραπείας. Όλοι οι ασθενείς είχαν προηγουμένως λάβει ταξάνες και το 72% αυτών είχαν λάβει και ανθρακυκλίνες, ενώ το 64% των ασθενών είχαν κάνει πρόοδο στην 1ης γραμμής θεραπεία. Τρία επεισόδια δοσο-περιοριστικής τοξικότητας (μια εμπύρετη ουδετεροπενία grade 4 και 2 μη ουδετεροπενικές λοιμώξεις grade 3) παρατηρήθηκαν στους 10 πρώτους ασθενείς. Στην intent-to-treat ανάλυση, το ολικό ποσοσστό ανταπόκρισης ήταν 12% (95% CI, 0-24.7%), ο διάμεσος χρόνος ως την πρόοδο νόσου ήταν 3.5 μήνες (εύρος 1.0-11.5) και η διάμεση ολική επιβίωση 10.4 μήνες (εύρος 1.0-46.0). Κυρίαρχη τοξικότητα ήταν η αιματολογική τοξικότητα, με την grade 3 και 4 ουδετεροπενία να εμφανίζεται σε 6 (24%) και 4 (16%) ασθενείς, αντίστοιχα. Εμπύρετη ουδετεροπενία εμφανίστηκε σε 2 (8.0%) ασθενείς. Αν και καλά ανεκτός, ο συνδυασμός gefitinib, gemcitabine και vinorelbine πέτυχε ένα χαμηλό ποσοστό ανταποκρίσεων σε συτή την πρόωρα τερματισμένη κλινική μελέτη, και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να προταθεί ως θεραυτική προσέγγιση σε γυναίκες με προθεραπευμένο ΜΚΜ.

  40. A dose escalation study of the biweekly administration of paclitaxel, oxaliplatin and capecitabine in patients with advanced solid tumors

    Z Saridaki, V Bozionelou, N Kentepozidis, A Kotsakis, N Vardakis, A Kalykaki, I Gioulbasanis, A Karabeazis, L Vamvakas, V Georoulias, D Mavroudis. Oncology 2007;72:45-50

    Στόχος της μελέτης ήταν να καθορίσει τις δοσο-εξαρτώμενες τοξικότητες (dose-limiting toxicities, DLTs) και τη μέγιστη ανεκτή δόση (maximum tolerated dose, MTD) του συνδυασμού paclitaxel, oxaliplatin (LOHP) και capecitabine σε ασθενείς με προχωρημένους συμπαγείς. Οι ασθενείς έλαβαν κλιμακούμενα αυξανόμενες δόσεις paclitaxel (δόση έναρξης 100 mg/m2) και LOHP (δόση έναρξης 40 mg/m2) τις ημέρες 1 και 15, και capecitabine (δόση έναρξης 800 mg/m2/ημέρα) τις ημέρες 1-7 και 15-21 κάθε 28 ημέρες. Οι DLTs εκτιμήθηκαν στον 1ο κύκλο. Δεκα-έξι ασθενείς θεραπεύτηκαν σε 4 επίπεδα δόσεων. Έντεκα (68.7%) από αυτούς είχαν λάβει 2 ή περισσότερες γραμμές χημειοθεραπείας προηγούμενα. Ως επίπεδο DLT θεωρήθηκε εκείνο με τις ακόλουθες δόσεις: paclitaxel 110 mg/m2, LOHP 50 mg/m2 και capecitabine 1,000 mg/m2/ημέρα. Ως DLTs τεμκηριώθηκαν grade 2-3 ουδετεροπενίες η οποίες οδήγησαν σε καθυστέρηση στη χορήγηση της θεραπείας. Δεν παρατηρήθηκε εμπύρετη ουδετεροπενία ή θάνατος σχετιζόμενος με τη θεραπεία. Grade 2-3 ουδετεροπενία εμφανίστηκε σε 3 (19%) ασθενείς, grade 2-4 κόπωση σε 6 (37.5%) ασθενείς και grade 2-3 νευροτοξικότητα σε 2 (12.5%) και 1 (6%) ασθενή, αντίστοιχα. Σε 2 ασθενείς τεκμηριώθηκε μερική ανταπόκριση και σε 4 σταθερότητα της νόσου. Η προτεινόμενες δόσεις για μελέτες φάσης ΙΙ είναι paclitaxel 100 mg/m2 και LOHP 50 mg/m2 τις ημέρες 1 και 15 και capecitabine 1,000 mg/m2/ημέρα τις ημέρες 1-7 και 15-21 κάθε 4 εβδομάδες. Το χημειοθεραπευτικό αυτό σχήμα συνοδεύεται από καλή ανοχή και αξίζει να μελετηθεί περαιτέρω.

  41. Dose escalating clinical study of high dose infusional 5-fluorouracil and leukovorin (AIO regimen) plus alternate weekly administration of oxaliplatin and irinotecan in patients with advanced tumors of the gastrointestinal tract

    Gkioulbasanis I, Souglakos J, Vardakis N, Kotsakis A, Saridaki Z, Kentepozidis N, Polyzos A, Giassas S, Ignatiadis M, Bozionelou V, Christophylakis C, Georgoulias V. J BUON 2007;12:197-202

    Στόχος της μελέτης ήταν να καθορίσει τις δοσο-εξαρτώμενες τοξικότητες (dose-limiting toxicities, DLTs) και τη μέγιστη ανεκτή δόση (maximum tolerated dose, MTD) στην εβδομαδιαία χορήγηση της 5-fluorouracil (5FU) σε συνεχή έγχυση και της leucovorin (LV) σε συνδυασμό με εναλλάξ χορήγηση oxaliplatin και irinotecan σε ασθενείς με προχωρημένους όγκους του γαστρεντερικού συστήματος. Οι ασθενείς λάμβαναν μια σταθερή δόση (500 mg/m2) σε 2-ωρη έγχυση τις εβδομάδες 1 με 4 και κλιμακούμενα αυξανόμενες δόσεις: oxaliplatin (δόση έναρξης 65 mg/m2: 120 min ενδοφλέβια (ΕΦ) έγχυση τις εβδομάδες 1 και 3); irinotecan (δόση έναρξης 80 mg/m2; 90 min ΕΦ έγχυση τις εβδομάδες 2 και 4) και 5FU (δόση έναρξης 1500 mg/m2; συνεχής ΕΦ έγχυση 22 h τις εβδομάδες 1 με 4), σε κύκλους των 5 εβδομάδων. Οι DLTs εκτιμήθηκαν κατά τη διάρκεια του 1ου κύκλου. Εικοσι-οκτώ ασθενείς θεραπεύτηκαν σε 8 επίπεδα δόσεων και όλοι εκτός από 2 έλαβαν τη θεραπεία αυτή σαν δεύτερης γραμμής θεραπεία. Το επίπεδο της DLT ήταν αυτό όπου οι δόσεις ήταν οι ακόλουθες: oxaliplatin στα 90 mg/m2, irinotecan στα 110 mg/m2, LV στα 500 mg/m2 και 5FU στα 1750 mg/m2; η συστηνόμενη MTD είναι με 85 mg/m2 oxaliplatin, 110 mg/m2 irinotecan, 1750 mg/m2 FU και 500 mg/m2 LV. Grade 3 και 4 διάρροια και grade 3 ναυτία/ έμετοι ήταν οι δοσο-περιοριστικές τοξικότητες. Η διάρροια ήταν η πιό κοινή τοξικότητα του σχήματος και εμφανίστηκε σε 12 (42.8%) ασθενείς. Η αιματολογική τοξικότητα ήταν ήπια και δεν παρατηρήθηκαν θάνατοι σχετιζόμενοι με τη θεραπεία. Αυτό το εβδομαδιαίο σχήμα έχει ένα καλό προφίλ τοξικότητας και αξίζει να μελετηθεί παραπάνω σε ασθενείς με προχωρημένο/μεταστατικό καρκίνο του γαστρεντερικού συστήματος.

  42. A dose escalation study of gemcitabine plus pemetrexed administered biweekly in patients with solid tumors

    A Kalykaki, L Vamvakas, S Agelaki, K Kalbakis, N Vardakis, G Sfakiotaki, M Ignatiadis, Z Saridaki, A Karabeazis, D Mavroudis, V Georoulias. Oncology 2006;71:197-203

    Στόχος της μελέτης ήταν να καθορίσει τις δοσο-εξαρτώμενες τοξικότητες (dose-limiting toxicities, DLTs) και τη μέγιστη ανεκτή δόση (maximum tolerated dose, MTD) στην δις-εβδομαδιαία χορήγηση του συνδυασμού pemetrexed και gemcitabine σε ασθενείς με συμπαγείς όγκους. Ασθενείς με προχωρημένες νεοπλασίες θεραπεύτηκαν με αυξανόμενες δόσεις gemcitabine και pemetrexed (δόσεις έναρξης 1,250 και 300 mg/m2, αντίστοιχα) χορηγούμενες τις ημέρες 1 και 15 σε κύκλους των 4 εβδομάδων. Σαραντά-ένας ασθενείς θεραπεύτηκαν σε 7 επίπεδα δόσεων. Ως MTD θεωρήθηκε η δόση 1,750 mg/m2 gemcitabine και 450 mg/m2 pemetrexed. Δοσο-περιοριστικές τοξικότητες ήταν grade IV ουδετεροπενία, εμπύρετη ουδετεροπενία και καθυστέρηση θεραπείας λόγω άλλης grade III αιματολογικής τοξικότητας. Τεκμηριώθηκε σε μια ασθενή με προθεραπευμένο καρκίνο ωοθηκών μερική ανταπόκριση, ενώ σε 4 άλλους ασθενείς τεκμηριώθηκε σταθερή νόσος. Η δις-εβδομαδιαία χορήγηση του συνδυασμού gemcitabine και pemetrexed στις συνηστόμενες MTDs είναι ασφαλής, καλά ανεκτή και έδειξε αντικαρκινική δραστικότητα η οποία αξίζει να μελετηθεί περεταίρω σε μελέτες φάσης ΙΙ.

  43. Central nervous system relapse in patients with breast cancer is associated with advanced stages, with the presence of circulating occult tumor cells and with the HER2/neu status

    Souglakos J, Vamvakas L, Apostolaki S, Perraki M, Saridaki Z, Kazakou I, Pallis A, Kouroussis C, Androulakis N, Kalbakis K, Millaki G, Mavroudis D and Georgoulias V. Breast Cancer Res 2006;8:R36

    Στόχος της μελέτης είναι η εκτίμηση της εμφάνισης μεταστάσεων στο κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) σε ασθενείς με καρκίνο μαστού που έχουν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία με ταξάνες, καθώς και η προσπάθεια ανεύρεσης προγνωστικών παραγόντων για την εμφάνιση υποτροπή στο ΚΝΣ. Μελετήθηκαν οι ιατρικοί φάκελοι των ασθενών με πρώιμο καρκίνο μαστού (n = 253) και με προχωρημένο καρκίνο μαστού (n = 239), καθώς επίσης και ασθενείς με συμπαγείς όγκους που έχουν λάβει χημειοθεραπεία με ταξάνη τους προηγούμενους 42 μήνες. Η υπερέκφραση HER2/neu διαπιστώθηκε με ανοσοιστοχημεία, ενώ τα κυτταροκερατίνη 19 (CK-19) mRNA θετικά κυκλοφορούντα καρκινικά κύτταρα στο περιφερικό αίμα ανιχνεύθηκαν με real-time PCR. Η επίπτωση της εμφάνισης υποτροπής στο ΚΝΣ ήταν παρόμοια στους ασθενείς με καρκίνο μαστού και με άλλους συμπαγείς όγκους (10.4% and 11.4%, αντίστοιχα; P = 0.517). Η εμφάνιση υποτροπής στο ΚΝΣ ήταν σημαντικά μεγαλύτερη στους ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο μαστού (P = 0.041), σπλαχνική και οστική νόσο (P = 0.036), σε εκείνους που έχουν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία με ταξάνη (P = 0.024), σε εκείνους που έχουν όγκους που υπερεκφράζουν HER2/neu (P = 0.022) και, τέλος, σε εκείνους με ανιχνεύσιμα κύτταρα θετικά στην CK-19 mRNA (P = 0.008). Η πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε ότι το στάδιο της νόσου (odds ratio, 0.23; 95% confidence interval, 0.007-0.23; P = 0.0001), το HER2/neu (odds ratio, 29.4; 95% confidence interval, 7.51-101.21; P = 0.0001) και η παρουσία κυττάρων θετικών στη CK-19 mRNA (odds ratio, 8.31; 95% confidence interval, 3.97-12.84; P = 0.001) ήταν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες για υποτροπή στο ΚΝΣ. Η υποτροπή στο ΚΝΣ είναι συχνή στους ασθενείς με καρκίνο μαστού που έχουν λάβει χημειοθεραπεία με ταξάνη, σε ασθενείς με HER2/neu θετικούς όγκους και σε ασθενείς με κύτταρα θετικά στην CK-19 mRNA.

  44. Idiopathic CD4+ T lymphocytopenia disclosed by recurrent cryptococcal meningitis. First case report from Greece

    Kofteridis DP, Saridaki Z, Kazakou I, Lazaridou S, Alegakis D, Milaki G, Gikas A. Int J Infect Dis 2005; 9: 347-348

  45. A dose escalating study of oxaliplatin and high dose weekly leucovorin and 5-Fluorouracil in patients with advanced solid tumors

    Souglakos J, Kakolyris S, Vardakis N, Androulakis N, Mavroudis D, Vamvakas L, Kouroussis C, Agelaki S, Saridaki Z, Georgoulias V. Cancer Invest 2005; 23: 505-510

    Στόχος της μελέτης είναι η ανεύρεση των μέγιστων ανεκτών δόσεων (maximum-tolerated doses, MTDs) και των δοσοπεριοριστικών τοξικοτήτων (dose-limiting toxicities, DLTs) του συνδυασμού L-OHP, 5-FU και LV σε ασθενείς με εκτεταμένες συμπαγείς νεοπλασίες. Οι ασθενείς έλαβαν διαδοχικά αυξανόμενες δόσεις L-OHP (αρχική δόση 50 mg/m2) σε δίωρη ενδοφλέβια έγχυση τις ημέρες 1 και 15 και LV (500 mg/m2 σε δίωρη ενδοφλέβια έγχυση) και στη συνέχεια διαδοχικά αυξανόμενες δόσεις 5FU (αρχική δόση 1,800 mg/m2) σε ενδοφλέβια έγχυση 22 ωρών τις ημέρες 1, 8, 15, 21 κάθε 6 εβδομάδες. Οι DLTs εκτιμήθηκαν στον πρώτο κύκλο. Πενήντα-δύο ασθενείς (μέση ηλικία: 66 έτη; PS (ECOG) 0-1 στο 90%) θεραπεύθηκαν σε 12 επίπεδα. Πέντε (10%) των ασθενών είχαν λάβει 2 προηγούμενες γραμμές θεραπείας, 24 (46%) μια και 23 (44%) δεν είχαν λάβει προηγούμενο χημειοθεραπευτικό σχήμα. DLT είχαμε με τις δόσεις LOHP 100 mg/m2 και 5FU 2,200 mg/m2. Οι δοσοπεριοριστικές τοξικότητες ήταν διάρροια G3, ασθένεια G3, ουδετεροπενία G4 και θρομβοπενία G4. Έξι ασθενείς (12%) παρουσίασαν Grade 3 διάρροιες και 6 ασθενείς (12%) Grade 3 ασθένεια. ‘Ενας ασθενείς (2%) εμφάνισε Grade 4 ουδετεροπενία και άλλος ένας (2%) Grade 4 θρομβοπενία. Η MTD ήταν στη δόση L-OHP 95 mg/m2 τις ημέρες 1 και 15 και 5FU 2,200 mg/m2/εβδομάδα για 4 συνεχόμενες εβδομάδες κάθε 6 εβδομάδες.

  46. Phase I study of weekly docetaxel and liposomal doxorubicin in patients with advanced solid tumors

    Kouroussis Ch, Androulakis N, Vamvakas L, Kalykaki A, Spiridonakou S, Kentepozidis N, Saridaki Z, Xiropoulou E, Georgoulias V. Oncology 2005; 69: 202-207

    Στόχος της μελέτης είναι η ανεύρεση των μέγιστων ανεκτών δόσεων (maximum-tolerated doses, MTDs) και των δοσοπεριοριστικών τοξικοτήτων (dose-limiting toxicities, DLTs) της εβδομαδιαίας συγχορήγησης docetaxel και pegylated liposomal doxorubicin (PEG-LD) σε ασθενείς με προχωρημένους συμπαγείς όγκους. Σαράντα-οκτώ ασθενείς με συμπαγείς όγκους εντάχθηκαν στη μελέτη. Η χορήγηση των δόσεων και για τα δύο φάρμακα γινόταν εβδομαδιαίως για 3 συνεχόμενες εβδομάδες σε κύκλους των 4 εβδομάδων. Η αρχική δόση για το docetaxel ήταν 20 mg/m(2)/εβδομάδα και για το PEG-LD 6 mg/m(2)/εβδομάδα. Η MTD ήταν στα 35 mg/m(2)/εβδομάδα για το docetaxel και στα 14 mg/m(2)/εβδομάδα για το PEG-LD. Τα DLTs στα επίπεδα αυτά ήταν διάρροιες grade 3 (n=1 patient) και βλεννογονίτιδα grade 3 (n=2 patients). Δεν παρουσιάστηκε grade 4 αιματολογική ή μη-αιματολογική τοξικότητα. Grade 3 ουδετεροπενία και θρομβοπενία εμφανίστηκαν μόνο σε 1 και 2 ασθενείς, αντίστοιχα. Οι μη-αιματολογικές τοξικότητες ήταν επίσης ήπιες: grade 2/3 κακουχία σε 8 ασθενείς, grade 2/3 νευροτοξικότητα σε 4, grade 2/3 βλεννογονίτιδα σε 8, grade 2/3 διάρροιες σε 4 και grade 2/3 ναυτία – εμετοί σε 5 ασθενείς. Δύο (5.7%) ολικές και 6 (17%) μερικές ανταποκρίσεις (overall response rate=22.7%; 95% confidence interval 9.6–32.4%) παρατηρήθηκαν μεταξύ των 35 ασθενών που τελικά εκτιμήθηκαν. Σε 12 (63%) από τους 19 ασθενείς με ορμονο-άντοχο καρκίνο του προστάτη παρατηρήθηκε μείωση του ειδικού προστατικού αντιγόνου στον ορό περισσότερο από 50%. Η εβδομαδιαία χορήγηση docetaxel με PEG-LD είναι ένα χημειοθεραπευτικό σχήμα καλά ανεκτό το οποίο πρέπει να μελετηθεί σε βάθος.

  47. Endothelial p21(WAF1/CiP1) cell cycle inhibitor is down-regulated in breast cancer

    Vrekoussis T, Stathopoulos EN, Kafousi M, Saridaki Z, Sanidas E, Zoras O. Anticancer Res 2005; 25: 2743-2748

    Η αγγειογένεση στον καρκίνο είναι μια πολυπαραγοντική διαδικασία. Η p21(WAF1/CiP1) είναι ένας CDK αναστολέας ο οποίος ενέχεται στην κυτταρική διέγερση και επιβίωση. Στην εργασία αυτή εξετάζεται η επίδραση του περιβάλλοντος στην έκφραση της ενδοθηλιακής p21(WAF1/Cip1). Η ενδοθηλιακή κυτταρική σειρά EA.hy 926 και tumor-conditioned medium (TCM) από την κυτταρική σειρά MDA-MB-468 καρκίνου του μαστού χρησιμοποιήθηκαν. Ανοσοφθορισμός για την p21(WAF1/Cip1) και ανάλυση με RT-PCR πραγματοποιήθηκε σε ενδοθηλιακά κύτταρα που αναπτύχθηκαν μόνα τους και σε TCM. Σαράντα-τέσσερις περιπτώσεις καρκίνου του μαστού και σαράντα-τρεις περιπτώσεις φυσιολογικού μαζικού αδενικού ιστού υποβλήθηκαν σε ανοσοφθορισμό για την p21(WAF1/Cip1). Η ενδοθηλιακή p21(WAF1/Cip1) μεταγραφικά υποβαθμίζεται κάτω από την επίδραση TCM. Επίσης, φαίνεται ότι το ενδοθήλιο του καρκίνου του μαστού δεν εκφράζει την p21(WAF1/Cip1). Η p21(WAF1/Cip1) παίζει σημαντικό ρόλο στην αγγειογένεση, μια και στα καρκινικά κύτταρα υπάρχει ενδοθηλιακή p21(WAF1/Cip1), συγκριτικά με τα ενδοθηλιακά κύτταρα που καλλιεργούνται σε serum-free medium. Η επαλήθευση των αποτελεσμάτων της ανοσοιστοχημείας στην κυτταρική καλλιέργεια σε τμήμα ιστού, καταδεικνύει την p21(WAF1/Cip1) ως νέο στόχο μιας μελλοντικής μοριακής θεραπείας.

  48. Intestinal ischemia as the first manifestation of vasculitis

    Passam FH, Diamantis ID, Perisinaki G, Saridaki Z, Kritikos H, Georgopoulos D, Boumpas DT Semin Arthritis Rheum 2004; 34: 431-441

    Σκοπός της μελέτης αυτής ήταν να συνοψίσει την ως τώρα υπάρχουσα βιβλιογραφία σε ό,τι αφορά στη διάγνωση και αντιμετώπιση της γαστρεντερικής αγγειίτιδας. Αναφέρονται 3 περιπτώσεις γαστρεντερικής αγγειίτιδας με την οξεία ενδοκοιλιακή ισχαιμία να είναι η πρώτη τους εκδήλωση. Οι προυπάρχουσες νόσοι ήταν μικροσκοπική πολυαγγειίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδεις λύκος (ΣΕΛ) και οζώδης πολυαρτηρίτιδα (ΟΠΑ). Σχετικά άρθρα στην αγγλική γλώσσα από το PubMed μελετήθηκαν. Από τις αγγειίτιδες η ΟΠΑ, ο ΣΕΛ και η Henoch-Schonlein είναι αυτές που συχνότερα συνοδεύονται από επιπλοκές του γαστρενερικού. Εντερική αγγειίτιδα εμφανίζεται συνήθως όταν υπάρχει γενικευμένη ενεργότητα της νόσου. Η αξονική τομογραφία κοιλίας είναι μια πολύτιμη εξέταση για τη διάγνωση εντερικής ισχαιμίας σε υποψία αγγειίτιδας. Σε νέους ασθενείς με εντερική ισχαιμία είναι σημαντικό να εκτιμηθεί η πιθανότητα ύπαρξης ενός συστηματικού νοσήματος. Με την έγκαιρη χορήγηση ανοσοκατασταλτικής θεραπείας το χειρουργείο μπορεί να αποφευχθεί. Η πρόγνωση βελτιώνεται όταν υ καθυστέρηση για την χειρουργική αντιμετώπιση είναι μικρή.

  49. First-line intra-arterial chemotherapy (IAC) with epirubicin and mitoxantrone in locally advanced breast cancer

    Fiorentini G, Tsetis D, Bernardeschi P, Varveris C, Rossi S, Kalogeraki A, Athanasakis E, Dentico P, Kanellos P, Biancalani M, Almarashdah S, Zacharioudakis G, Saridaki Z, Chalkiadakis G, Xynos E, Zoras O. Anticancer Res 2003; 23: 4339-4345

    Περίπου 20% των ασθενών με καρκίνο μαστού παρουσιάζονται με τοπικά εκτεταμένη νόσο αλλά χωρίς απομακρυσμένες μεταστάσεις. Αυτή η μελέτη φάσης ΙΙ, που έγινε σε δύο κέντρα είχε σαν στόχο να ερευνήσει τη δραστικότητα του συνδυασμού επιρουμπικίνης – μιτοξαντρόνης ως ενδοαρτηριακή χημειοθεραπεία (ΕΑΧ) πρώτης γραμμής σε ασθενείς με τοπικά εκτεταμένο καρκίνο του μαστού. Τριάντα-έξι ασθενείς με τοπικά εκτεταμένη νόσο και χωρίς να έχουν λάβει ανθρακυκλίνες στο παρελθόν έλαβαν το ακόλουθο σχήμα: επιρουμπικίνη 30 mg/mq και μιτοξαντρόνη 10 mg/mq μέσω ΕΑΧ την 1η ημέρα κάθε 3 εβδομάδες για έως 6 κύκλους. Προ της ΕΑΧ ένα αρτηριόγραμμα της υποκλείδιας, της έσω μαστικής και της κατώτερης θωρακικής αρτηρίας γίνονταν σε κάθε ασθενή, με τη χορήγηση μπλε χρωστικής έτσι ώστε να διευκρινιστεί το πιο κατάλληλο αγγείο που αρδεύει τον όγκο. Αντικειμενικές ανταποκρίσεις τουλάχιστον 4 εβδομάδες μετά την πρώτη χορήγηση παρατηρήθηκαν σε 25 ασθενείς (70%; 95%CI, 62% to 80%): 3 complete response (CR) και 22 partial responses(PR). Παρόλο που μόνο 3 ασθενείς είχαν CR η χειρουργική αφαίρεση του όγκου κατέστη δυνατή και στους 25 αυτούς ασθενείς, μια και η σμίκρυνση του όγκου ήταν της τάξης του 75%. Συνολικά, έγιναν 25 μαστεκτομές στου 36 ασθενείς. Τέσσερις είχαν μεγάλου όγκους (> 13 cm διάμετρο όγκου), ενώ 8 είχαν εξελκομένους όγκους, εκ των οποίων 2 με πλήρη κατάληψη του φυσιολογικού μαζικού αδένα. Το μέσο ως την υποτροπή διάστημα και η μέση ολική επιβίωση ήταν 11 και 27 μήνες, αντίστοιχα. Ο χρόνος ως την απάντηση ήταν 3 εβδομάδες και ο χρόνος ως τη μαστεκτομή ήταν 9 εβδομάδες. Παροδικές νευρολογικές διαταραχές εμφανίστηκαν σε 6 από του ασθενείς και δερματικά χημικά εγκαύματα με επώδυνη φλεγμονώδη αντίδραση σε 10 από αυτούς. Δεν εμφανίστηκε συστηματική τοξικότητα, ούτε καρδιοτοξικότητα. Σε όλα τα παθολογοανατομικά παρασκευάσματα ήταν εμφανής νέκρωση (πλήρης σε 3 περιπτώσεις, μερική σε 16 και μικρή σε 6). Ο συνδυασμός επιρουμπικίνης – μιτοξαντρόνης μέσω ΕΑΧ φαίνεται να είναι ασφαλής και καλά ανεκτός για τον τοπικά εκτεταμένο καρκίνο μαστού που δεν έχει δώσει απομακρυσμένες μεταστάσεις. Όταν συνδυαστεί με τη χειρουργική εξαίρεση προσφέρει ενδιαφέροντα αποτελέσματα στον τοπικό έλεγχο της νόσου και επιτρέπει ένα υψηλό ποσοστό μαστεκτομών σε περιπτώσεις ασθενών οι οποίες ήταν ανεγχείρητες.

  50. Successful treatment of rhinocerebral mucormycosis with liposomal amphotericin B and surgery in two diabetic patients with renal dysfunction

    Kofteridis DP, Karabekios S, Panagiotides JG, Bizakis J, Kyrmizakis D, Saridaki Z, Gikas A J. Chemother 2003; 15: 282-6

    Οι ζυγομύκητες είναι μια τάξη μυκήτων που μπορούν να προκαλέσουν διάφορες λοιμώξεις στον άνθρωπο. Η ρινοεγκεφαλική μουκορμύκωση είναι μια σπάνια ασθένεια η οποία συνήθως προσβάλλει διαβητικούς ή ανοσοκατασταλμένους ασθενείς. Η ασθένεια αυτή προχωρά γρήγορα και είναι συνήθως μοιραία παρά την επιθετική χειρουργική και παθολογική θεραπεία. Παρουσιάζουμε δύο περιπτώσεις ρινοεγκεφαλικής μουκορμύκωσης σε διαβητικούς ασθενείς με ήπια νεφρική ανεπάρκεια, που λάμβαναν θεραπεία με κορτικοστεροειδή και την επιτυχή τους αντιμετώπιση με συνδυασμό επιθετικού χειρουργικού καθαρισμού και λιποσωμιακής αμφοτερικίνης Β.

  51. Mutational analysis of CDKN2A genes in patients with squamous cell carcinoma of the skin

    Saridaki Z, Liloglou T, Zafiropoulos A, Koumantaki El, Zoras O, Spandidos DA. British Journal of Dermatology 2003; 148: 638-648

    Ανάλυση της αστάθειας αλληλουχίας μικροδορυφορικού DNA, LOH και MI καθώς και διερεύνηση γονιδιακών μεταλλάξεων έγιναν σε 22 SCC, 5 Bowen’s Disease (BD) και 67 BCC δείγματα. Συνολικά, το 52% (14 από τα 27) των δειγμάτων SCC και BD παρουσίασαν LOH τουλάχιστον σε ένα δείκτη μικροδορυφορικού DNA, ενώ μόνο 2 από τα 27 (7.5%) παρουσίασαν MI. Η απώλεια ετεροζυγωτίας του χρωμοσωμικού σκέλους 9p φαίνεται να εμφανίζεται σε αντίστοιχα ποσοστά τόσο στα SCC, όσο και στα BCC. Τα εξόνια 1α, 1β και 2 του γονιδιακού τόπου CDKN2a διερευνήθηκαν για μεταλλάξεις. H αντικατάσταση μιας βαλίνης από μια γλυκίνη στο κωδικόνιο 28 του εξονίου 1α (Val28Gly) και η τριπλή αντικατάσταση CCCTTT που οδηγεί στην αντικατάσταση μιας αλανίνης από μια βαλίνη στο κωδικόνιο 57 και μετατρέπει την αργινίνη του κωδικονίου 58 σε κωδικόνιο τερματισμού στο εξόνιο 2 διακόπτοντας πρόωρα την αλληλουχία των αμινοξέων περιγράφονται για πρώτη φορά σε SCC. H μετάλλαξη στο εξόνιο 2 είναι ενδεικτική της επίδρασης υπεριώδους ακτινοβολίας (UV). Ένας πολυμορφισμός που έχει ήδη περιγραφεί στο γονίδιο p16INK4a, η αντικατάσταση μιας αλανίνης από θρεονίνη στο κωδικόνιο 148 του εξονίου 2 (Ala148Thr) ανιχνεύθηκε σε 6 από τα 94 δείγματα με συχνότητα 3.72%. Μετάλλαξη δεν ανιχνεύθηκε στα δείγματα που προέρχονταν από BCC και BD, ούτε και στο εξόνιο 1β του γονιδίου p14ARF. Το υψηλό ποσοστό της απώλειας ετεροζυγωτίας στο 9p και οι μεταλλάξεις στα SCC δείγματα υπονοούν ότι η ανενεργοποίηση των ογκοκατασταλτικών γονιδίων p16INK4a και p14ARF της περιοχής CDKN2a, μέσω απώλειας αλληλομόρφου ή/και μετάλλαξης (πιθανόν οφειλόμενης σε UV ακτινοβολία) ίσως παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του μη μελανοκυτταρικού καρκίνου του δέρματος, ειδικά στον πιο επιθετικό ακανθοκυτταρικό τύπο.

  52. High frequency of loss of heterozygosity on chromosome region 9p21-p22 but lack of p16INK4a / p19ARF mutations in Greek patients with basal cell carcinoma of the skin

    Saridaki Z, Koumantaki El, Liloglou T, Sourvinos G, Papadopoulos O, Zoras O, Spandidos DA. Journal of Investigative Dermatology October 2000; 115: 719-725

    Στην εργασία αυτή 67 δείγματα σποραδικού βασικοκυτταρικού καρκίνου του δέρματος ελέγθηκαν για απώλεια ετεροζυγωτίας του μικροδορυφορικού DNA στις θέσεις 9p21-p22, 17q13 και 17p21 όπου εδράζονται τα ογκοκατασταλτικά γονίδια p16, p53 και BRCA1. Για την περιοχή 9p21-p22 το ποσοστό της απώλειας ετεροζυγωτίας έφτασε το 55%, και είναι το υψηλότερο που έχει αναφερθεί, ενώ για τις περιοχές 17q13 και 17p21 είναι 11% και 34%, αντίστοιχα. Επίσης 28 από τα δείγματα αυτά ελέγθηκαν για μεταλλάξεις στα γονίδια p16INK4a / p19ARF . Σε δύο από αυτά, στη θέση 148 του εξονίου 2 του p16INK4a ανιχνεύθηκε ένας πολυμορφισμός (αντικατάσταση μιας βάσης αλανίνης από θρεονίνη). Το υψηλό ποσοστό ετεροζυγωτίας στην περιοχή 9p21-p22, σε συνδυασμό με την απουσία μεταλλάξεων στα γονίδια p16INK4a / p19ARF που εδράζονται εκεί δηλώνει ότι τα γονίδια αυτά πιθανόν να μην ενέχονται στην ανάπτυξη του βασικοκυτταρικού καρκίνου του δέρματος μέσω του μηχανισμού της αδρανοποίησης από μετάλλαξη, και ότι άλλα ογκοκατασταλτικά γονίδια που εδράζονται στην περιοχή και δεν έχουν ακόμα αναγνωριστεί πιθανόν να σχετίζονται με την ανάπτυξη αυτού του συγκεκριμένου τύπου καρκίνου του δέρματος.

  53. Surgical repair of inguinal hernia: tension free technique with prosthetic materials (Gore-tex Mycro Mesh expanded polytetrafluoroethylene)®

    Athanasakis E, Saridaki Z, Kafetzakis A, Chrysos E, Prokopakis G, Vrahasotakis N, Xynos E, Chalkiadakis G, Zoras O. American Surgeon 2000; 66: 728-73

    Η εργασία αυτή αναφέρεται στην εφαρμογή της τεχνικής της πλαστικής αποκατάστασης βουβωνοκήλης, «χωρίς τάση» και με τη χρήση προσθετικών υλικών σε 104 ασθενείς. Εκτιμάται ότι η τεχνική αυτή είναι ασφαλής, εύκολη και αξιόπιστη. Η επέμβαση είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με τοπική-περιοχική αναισθησία και ο ασθενής να παραμείνει στο νοσοκομείο για λιγότερο από μια ημέρα. Ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει στην καθημερινή του δραστηριότητα σε 4-5 ημέρες. Με την τεχνική αυτή, οι αμφοτερόπλευρες βουβωνοκήλες μπορούν να αποκατασταθούν ταυτόχρονα.

  54. Surgical repair of incisional ventral hernias: tension-free technique using prosthetic materials (expanded polytetrafluoroethylene Gore-tex Dual Mesh)®

    Chrysos E, Athanasakis E, Saridaki Z, Kafetzakis A, Dimitriadou D, Koutsoumpas V, Chalkiadakis G, Xynos E, Zoras O. American Surgeon 2000; 66: 679-682

    Η εργασία αυτή αναφέρεται στην εφαρμογή της τεχνικής της πλαστικής αποκατάστασης μετεγχειρητικών κοιλιοκηλών, «χωρίς τάση» και με τη χρήση προσθετικών υλικών σε 52 ασθενείς. Εκτιμάται ότι είναι μια ασφαλής, εύκολη και αξιόπιστη τεχνική, η οποία στερείται σημαντικών επιπλοκών και υποτροπών.