Ο Οκτώβριος έχει καθιερωθεί ως μήνας ευαισθητοποίησης για τον καρκίνο του μαστού.
Μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για την πρόληψη, τη θεραπεία, την καινοτομία είχαμε με τη δημοσιογράφο της “Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” κα Πέννυ Μπουλούτζα σε μια προσπάθεια να ενημερωθεί έγκυρα το κοινό για τη νόσο.
Στην επέκταση των ηλικιακών ορίων του προγράμματος πληθυσμιακού ελέγχου για τον καρκίνο του μαστού «Φώφη Γεννηματά» προχωράει το υπουργείο Υγείας. Ειδικότερα, σε εφαρμογή νέων ευρωπαϊκών κατευθυντήριων οδηγιών, το πρόγραμμα θα επεκταθεί σε γυναίκες ηλικίας 45 έως 74 ετών, έναντι της ηλικιακής ομάδας 50 έως 69 ετών που ισχύει σήμερα. Το υπουργείο αναμένει την επίσημη εισήγηση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας ώστε να προχωρήσουν οι τεχνικές διαδικασίες και το αργότερο στις αρχές του επόμενου έτους να ξεκινήσει η αποστολή των sms για δωρεάν μαστογραφία, υπέρηχο και κλινική εξέταση και στις νέες δικαιούχους. Σήμερα το πρόγραμμα απευθύνεται σε 1,3 εκατ. γυναίκες 50 έως 69 ετών. Περισσότερες από 300.000 γυναίκες έχουν κάνει χρήση της υπηρεσίας, με αποτέλεσμα να εντοπιστούν πάνω από 15.000 περιστατικά καρκίνου του μαστού, στην πλειονότητά τους σε πρώιμο στάδιο. «Μια ολόκληρη πόλη», όπως ανέφερε στην «Κ» η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη. Σύμφωνα με την υπουργό, αρχές Νοεμβρίου αναμένεται να ξεκινήσουν στο πλαίσιο του προγράμματος και οι επισκέψεις κινητών μονάδων μαστογράφων σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας και σε περιοχές στις οποίες δεν υπάρχουν ψηφιακοί μαστογράφοι σε δημόσιες ή ιδιωτικές δομές.
Με αφορμή τη χθεσινή Παγκόσμια Ημέρα κατά του Καρκίνου του Μαστού, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έστειλε μήνυμα πρόληψης, τονίζοντας ότι «καταλαβαίνω τον φόβο τού να πάει κάποια γυναίκα να κάνει μια εξέταση, αλλά να γνωρίζουν και οι γυναίκες ότι όσο νωρίτερα βρουν κάποιο εύρημα τόσο καλύτερο θα είναι για την πρόγνωσή τους». «Δεν πρέπει να τρομοκρατούμαστε ούτε να εφησυχάζουμε», προέτρεψε τις γυναίκες η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
«Δεν σταματάμε»
Οι ειδικοί γιατροί συστήνουν στις γυναίκες μία φορά τον χρόνο από την ηλικία των 40 ετών να υποβάλλονται σε μαστογραφία. «Ανάλογα με το ιστορικό κάθε γυναίκας ο έλεγχος μπορεί να χρειάζεται να γίνεται συχνότερα και με άλλα εργαλεία», τονίζει στην «Κ» η πρόεδρος της Εταιρείας Παθολόγων Ογκολόγων Ελλάδας και διευθύντρια στην Α΄ Ογκολογική Κλινική του Metropolitan, Ζένια Σαριδάκη-Ζώρα. Και προσθέτει: «Θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει upper limit ηλικιακό. Δεν σημαίνει ότι μια γυναίκα που θα περάσει τα 75 έτη σταματάει τον έλεγχο. Αντίθετα, όσο αυξάνεται η ηλικία αυξάνονται και οι πιθανότητες νόσησης». Σύμφωνα με την κ. Σαριδάκη, υπολογίζεται ότι στον δυτικό κόσμο περίπου μία στις επτά ή τις οκτώ γυναίκες θα αναπτύξει καρκίνο του μαστού κάποια στιγμή στη ζωή της. Ακριβής αριθμός για το πόσα άτομα νοσούν στην Ελλάδα θα είναι διαθέσιμος μόλις ενεργοποιηθεί το Εθνικό Μητρώο Νεοπλασματικών Νοσημάτων, που είναι σε τελικό στάδιο επεξεργασίας. Όπως σημειώνει η κ. Σαριδάκη, «στο μεγαλύτερο ποσοστό των γυναικών που διαγιγνώσκονται με τη νόσο, ο καρκίνος είναι σε πρώιμο στάδιο, που σημαίνει ότι οι ασθενείς θεραπεύονται. Σε ένα ποσοστό περίπου 25%-30% είναι μεταστατικός. Λόγω των εξαιρετικών φαρμάκων που έχουμε στη διάθεσή μας σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό οι ασθενείς με μεταστατικό καρκίνο του μαστού ζουν με τη θεραπεία τους πολλά χρόνια και με καλή ποιότητα ζωής. Και στην Ελλάδα έχουμε ένα πολύ καλό δεδομένο, που είναι ότι οι ασθενείς μας έχουν πρόσβαση και χωρίς κόστος στα νέα καινοτόμα φάρμακα».
Καταλήγοντας, η κ. Σαριδάκη τονίζει ότι «κάθε γυναίκα πρέπει να μην αμελεί τον προσυμπτωματικό έλεγχο. Πρέπει να φροντίζει να έχει καλές συνήθειες, όπως να διατηρεί σωστό σωματικό βάρος, να ασκείται, να αποφεύγει την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, να μην καπνίζει και να προσπαθεί να ζει χωρίς στρες. Στη χώρα μας οι γυναίκες με καρκίνο του μαστού μπορούν να έχουν πρόσβαση στις καλύτερες θεραπείες. Αυτό σημαίνει ότι εάν η διάγνωση γίνει στα πρώιμα στάδια της νόσου, οι ασθενείς θεραπεύονται, ενώ ακόμη και σε προχωρημένα και μεταστατικά στάδια, σε ένα μεγάλο ποσοστό οι ασθενείς μπορούν να ζήσουν πολλά χρόνια με καλή ποιότητα ζωής».
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ